Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

Κοιτώντας από το ύστερα

Νιώθω κάποιες στιγμές, σαν τον κώνο φωτός του μέλλοντος που βλέπει από μακριά το παρόν. Από ένα πιο μέλλον, τα μικρομέλλοντα που έρχονται προς εμένα.
Όλες λέει, οι χιλιάδες επιθυμίες μας, θα αντικατασταθούν όσο περνάει ο αφόρητος αυτός καιρός, από μια μόνο γιγαντωμένη, που θα έχει ρουφήξει όλες τις άλλες, και στερνά θα φτάσει να ρουφήξει ακόμα και τις φυσικές μας ανάγκες, και τέλος και αυτά τα ανίκητα ένστικτα μας, και όλα αυτά μαζί και ότι άλλο απομείνει, θα τα αλέσει και θα τα κάνει μια μόνο υποβόγγουσα επιθυμία, τον φόνο.
Όπως φαίνεται καθαρά από αυτό το ξάγναντο του σύμπαντος, ο καθένας θα χαίρεται με τον θάνατο του καθενός, γνωστών και αγνώστων, ή τον προκαλεί αυτός ή οι άλλοι, γιατί αυτή η υποβόγγουσα χαρά μέσα του θα τον εξουσιάζει απόλυτα. Μέσα της, θα αρχίσει να καταλαβαίνει όσο περνάει ο καιρός, ότι είναι γραμμένα όλα τα λύματα της φυλής του μαζί με τα δικά του.
Είναι τότε που θα προσπαθεί να σώσει το σύμπαν από το κέρδος εξοντώνοντας το είδος του.

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

Η αγωνία της ζωής

Επιμένω ακόμη περισσότερο τώρα, καθώς βλέπω τον κόσμο στην εποχή μου να συντρίβεται από περισσότερους πολέμους, περισσότερη πείνα, περισσότερες ψυχικές αρρώστιες, περισσότερη δυστυχία και αδικία, εν μέσω υπεραφθονίας και απίστευτης τεχνολογικής ανάπτυξης.
Η αγωνία για την ζωή είναι ο πρωταγωνιστής, και όχι η πολυτέλεια της μεταφυσικής αγωνίας, της μεταθανάτιας ζωής. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν, όχι να πεθάνουν. Να πεθάνει κανείς σήμερα είναι πολύ εύκολο. Να ζήσει έγινε αδύνατο.

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007

Ντοπιολαλιές

Οι δε ντοπιολαλιές των λαών , είναι το χρυσάφι των γλωσσών τους.
Είναι πιο σημαντικές και από τις ίδιες τις εθνικές γλώσσες. Χωρίς αυτές δεν υπάρχουν εθνικές γλώσσες. Αυτές είναι τα πρωτογενή κύτταρά τους.
Εκεί βρίσκεται η πρώτη και κύρια ανανέωση της κάθε γλώσσας, πριν χρειασθεί να καταφύγει σε άλλες ξένες γλώσσες για δάνεια από αυτές, για την ανανέωσή της και την διατήρησή της ζωντανής.
Εκεί πια είναι κάθε τι αποτυπωμένο ανάγλυφα. Η ιστορία, η τεχνολογία της κάθε εποχής, τα τοπικά ήθη, οι παραδόσεις, τα έθιμα, οι αντιθέσεις, οι λογικές, οι ιδέες, οι ιδεολογίες, οι ολοζώντανες μικρολεπτομέρειες της ζωής.
Όταν οι ντοπιολαλιές ατροφούν και εξασθενούν με την μετοίκηση στην πρωτεύουσα πόλη ή αλλού, τότε οι εισαγωγές από άλλες γλώσσες διογκώνονται επικίνδυνα για κάθε εθνική γλώσσα. Είναι τότε που κινδυνεύει να παραμορφωθεί και να μην αναγνωρίζεται έντονα και αισθητά διακριτά.
Γιατί το πρώτο που κάνει ένας λαός αυθόρμητα, με μια ενστικτική σκέψη, όταν αισθάνεται ότι κάτι αρχίζει να του λείπει στον πλούτο της καθημερινής του έκφρασής, καθώς περνά ο καιρός και ο κόσμος εξελίσσεται ακατάπαυστα, είναι να βρει ξεχασμένα ή παροπλισμένα αποθέματα λέξεων και εννοιών, στις αποθήκες των ντοπιολαλιών του. Εκεί υπάρχει διαρκώς ένα αστείρευτο γλωσσικό ορυχείο. Με γνήσιο, ακατέργαστο ίδιο υλικό, συμβατό με το σώμα της εθνικής γλώσσας. Ευκολόχρηστο και μη απορριπτέο ποτέ, σαν συγκολλημένο με το ζόρι, έξω από την αρμονία της γλώσσας.

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 6

Η γλώσσα είναι ιστορία κυρίως. Αλλά έτσι δεν το βλέπει κανείς. Πάνω στη γραφολογία της και την ηχολογία της, είναι αποτυπωμένα όλα όσα πέρασε και είπε ένας λαός. Οι μεταβολές στην προφορά, οι μεταβολές στη σύνταξη του λόγου, η στίξη που τα σημαίνει, οι γραμματικοί κανόνες, είναι η γεωγραφία του λόγου και του χρόνου που κυλά μαζί με την εξέλιξη και τις περιπέτειες ενός λαού. Είναι ιστορικοί κώδικες που οδηγούν, κλειδιά που αποκαλύπτουν, κόμβοι και πλατύσκαλα που δηλώνουν τις μεγάλες αλλαγές στους πολιτισμούς.
Είναι βέβαια και παιδεία. Δεν είναι όμως απλή συνεννόηση όπως προ πάντων νομίζουν. Αυτή διακινεί κάθε είδους γνώση που μαθαίνουμε και επικοινωνούμε.
Απλή συνεννόηση είναι η τουριστική γλώσσα. Ακόμα και αν μιλιέται άπταιστα.
Εκατομμύρια άνθρωποι μέσα στις ίδιες τους τις χώρες σήμερα ομιλούν τουριστικά την μητρική τους γλώσσα. Δηλαδή ανώδυνα.
Και δεν εννοώ την διεθνοποιημένη αγγλική. Ομιλούν μια κοινή παγκόσμια τουριστική γλώσσα, ο καθένας στην εθνική του γλώσσα, που δεν έχει πλέον ίχνος παιδείας.
Την γλώσσα των ονομάτων των προϊόντων. Μια σκέτη ονοματολογία χωρίς εννοιακές και νοηματικές αποσκευές. Δεν ομιλούν αλλά συνεννοούνται μέσω αυτής για αυτά. Είναι μια εκπτωμένη γλώσσα- μη γλώσσα, αφού οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι αποξενωμένοι από την γλώσσα τους. Ίσα- ίσα καταφέρνουν να συνεννοηθούν και να επικοινωνήσουν με αυτήν. Γλώσσα χωρίς πολιτικές νύξεις, χωρίς κοινωνικές αναφορές, χωρίς αντιθέσεις και αντιφάσεις, που δεν εννοεί τίποτα σπουδαίο πια, που δεν παραπέμπει πουθενά.
Κάθε τέτοια αναφορά όσο ακόμα υπάρχει, γίνεται μόνο για να διαφημιστούν κάποια προϊόντα και τα ονόματά τους. Μια τηλεοπτική γλώσσα.
Οι άνθρωποι που δεν ομιλούν τουριστικά, που έχουν να πουν, να ανταλλάξουν απόψεις και να διαφωνήσουν έστω μόνο, να κρατηθούν ζωντανοί και υπάρχοντες, γίνονται όλο και πιο ελάχιστοι.

·
Το χαρακτηριστικό αυτής της καινούργιας γλώσσας, είναι ότι δεν έχει παρελθόν, δεν έχει παράδοση. Αλλά το πιο χαρακτηριστικό της ακόμα, όπως με σαφήνεια μας γνωστοποιεί η ίδια την λογική της και μας τρομάζει, είναι ότι δεν θα αποκτήσει ούτε στο μέλλον γλωσσική παράδοση, αφού δηλαδή ζήσει κι αυτήν κάποιο χρόνο, όχι μόνο γιατί από την δομή της δεν προλαβαίνει να αποκτήσει ιστορία αφού αλλάζει συνεχώς με απίστευτη ταχύτητα, με όλο νέα προϊόντα νοοτροπίες και σχέσεις επ αυτών μηδαμινές και άχρωμης σημασίας, αλλά γιατί φοβάται και δεν θέλει όποιου είδους ιστορία και παράδοση κατά κανένα τρόπο. Εάν το εργοστάσιο ή η πολυεθνική κλείσουν από τον ανταγωνισμό τελειώνει και η γλώσσα αυτή. Και σήμερα τα εργοστάσια δεν διαρκούν 100 και 150 χρόνια, αλλά γεννιόνται και πεθαίνουν σε μια πενταετία.
Μόνο που αυτή η γλώσσα πλέον είναι η βασική και κύρια γλώσσα του δυτικού κόσμου και όχι μόνο των τουριστών που επισκέφτονται άλλες χώρες. Είναι ένα φαινόμενο του εμπορισμού της εποχής μας, της επικράτησης της αποθέωσης της αγοράς.

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2007

(εκ συνεχείας) 2

Καταπίνουν και αποσιωπούν οι περισσότεροι ότι υπάρχουν λαοί με ιμπεριαλιστική και αποικιοκρατική κουλτούρα και προσπαθούν να τα στρογγυλέψουν όλα και να τα μπερδέψουν. Λαοί με γλώσσα και σκέψη πολεμική.
Γιατί αυτό έχουν μάθει από την ατομική και συλλογική τους ιστορία, να είναι επιθετικοί. Και να ήθελαν δεν ξέρουν τίποτε άλλο. Αυτό τους έμαθαν. Έτσι είναι ο κόσμος και ας μην τον αρνιόμαστε.
Κανείς μας δεν μπορεί να αθωωθεί μέσα από την ισοτιμία των γλωσσών. Οι ιστορίες ατόμων και λαών είναι πάντα άλλες και είναι άλλοτε καλές και άλλοτε κακές. Οι πολιτισμοί δεν είναι ισότιμοι, οι σκέψεις των ανθρώπων δεν είναι ισότιμες, οι γλώσσες τους δεν είναι ισότιμες.
Το δίκαιο για κορυφαίο παράδειγμα, δεν ενσωματώνεται σε ένα λαό κατά κανένα τρόπο, μετά την γλωσσική προσαρμογή του με μια λέξη που κατασκευάζει ή δανείζεται και παραμένει ξένο σε αυτόν, αν δεν έχει χιλιετείς φιλοσοφικές, δικαιακές, δημοκρατικές και γλωσσικές ρίζες δικαίου στα σπλάχνα του.
Μια τέτοια έννοια, είναι πολιτισμικό και ιστορικό γέννημα και κατάκτημα ενός λαού, μαζί με την λέξη που το αποδίδει. Η εισαγωγή της λέξης σε μια άλλη γλώσσα, καθιστά γνωστή μόνο την λέξη και διατηρεί άγνωστη την έννοια, το νόημα και την σημασία της.
Είναι ξένο σώμα, ακατανόητο στους πολίτες και στις μεταξύ τους σχέσεις και μη λειτουργόν στις δομές του κράτους και της εξουσίας.
Το πώς συμπέραναν κάποιοι της γλωσσολογίας ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες όπως και σκέψεις, είναι πράγματι μεγάλο επίτευγμα. Γιατί αυτό που είναι αξιωματικά προφανές, είναι πως στον πραγματικό κόσμο οι σκέψεις και οι γλώσσες είναι άνισες, πλούσιες και φτωχές και διαβαθμίζονται σε ανισότητα.
Είναι αυτό που ονομάζω και θεωρώ ΄΄γλώσσες φάρσες΄΄ ή ΄΄γλώσσες υποκριτικές΄΄ ασύνδετες από τα γεγονότα και τα κοινωνικά βιώματα που τις γεννούν. Που μόνο μιμούνται ηχητικά. Γλώσσες δηλαδή αποξενωμένες από την σκέψη του ανθρώπου. Γλώσσες-κλώνοι με καπιταλιστική γονιμοποίηση.
Το ότι οι έλληνες αρνούνται όλους τους επιθετικούς πολέμους για αιώνες και χιλιετίες και τάσσονται στο πλευρό των αδικημένων λαών και ανθρώπων, μόνο τυχαίο δεν είναι. Κάτι ξέρει η καμπούρα τους. Απηχεί την πεποίθησή τους, την πνευματική και γλωσσική τους διαμόρφωση μέσα στην ιστορία και στην κουλτούρα τους. Δείχνει τα μαθήματα και τα παθήματα της δημοκρατίας τους και της ιστορίας τους.
Τους το θυμίζει και τους το κρατάει ζωντανό η γλώσσα και η σκέψη της. Και αυτό παρά την αγωνιώδη δική μου κριτική για την αλλοτρίωσή τους στις διπλανές σελίδες.
Υπάρχουν λαοί που δεν γνωρίζουν το δίκαιο ακόμη και σήμερα. Όλο το αγγλοσαξονικό τόξο για παράδειγμα, αλλά και άλλοι γείτονες και μη, δίκαιο εννοούν το συμφέρον ή ως ατομικό ή ως συλλογικό. Πως θα αρπάξουν την γη των άλλων, το βιός και τον μόχθο τους. Διαρκώς αυτό μηχανεύονται και αυτό αποτυπώνεται στην γλώσσα τους και διακινείται μέσα από αυτήν.
Δεν περνάει καν από το μυαλό τους και την κουλτούρα τους, το πολιτικό κατάκτημα του Θουκυδίδη και των αθηναίων περί δικαίου ΄΄δεν μπορεί η δημοκρατία να εξουσιάζει άλλους λαούς΄΄.
Αυτό που σήμερα θεωρείται η πρώτη αρχή του Ο.Η.Ε, και δεν τηρούν.
Η λέξη δημοκρατία για αυτούς τους λαούς είναι ένα βιαστικό δάνειο-μίμηση, που δεν ενσωματώθηκε ποτέ στην συνείδηση, την κουλτούρα, την ιστορία και την γλώσσα τους.
Ολόκληρη η ιστορία της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού είναι μέσα σε αυτήν τη φράση. Στην σκέψη και την γλώσσα του Θουκυδίδη.
Γλώσσες και σκέψεις, πολιτισμοί και ιστορίες, παραμένουν ανίκανες ακόμη και σήμερα να κατανοήσουν και να ξεμπερδέψουν την έννοια του δικαίου από του συμφέροντος.
Και αυτό μέσα στο ίδιο το κοινωνικό σώμα αυθόρμητα και χωρίς την χειραγώγηση των ειδικών, του κράτους και της παιδείας τους.
Ενώ άλλοι λαοί γνωρίζουν τι είναι δίκαιο και τι συμφέρον, όταν κατά καιρούς κάνουν χρήση του δεύτερου, γιαυτό και έχουν ενοχές. Ενοχή σημαίνει, ότι γνωρίζω τι πρέπει να κάνω και κάνω το αντίθετο.
Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο νομίζουν.
Αυτό που αποφεύγει να κατανοήσει η μεγαλύτερη ίσως μερίδα της γλωσσολογίας, είναι η ιστορία και η δύναμη της. Η απόλυτη επιβολή της στις σχέσεις των ανθρώπων. Όπως κρίνει αδιακρίτως άτομα, σύνολα, εποχές, χρόνους, ήθη, έθιμα, παραδόσεις, καταστάσεις, έτσι κρίνει και γλώσσες και σκέψεις και κυρίως αυτές.
Θα πρέπει να καταλάβουν πως όπως υπάρχουν άνθρωποι με πλούσια και φτωχή γλώσσα, με πλούσια και φτωχή σκέψη, έτσι υπάρχουν και ολόκληρες γλώσσες και σκέψεις πλούσιες και φτωχές. Αλλιώς, δεν θα διορθώναμε καν τα κείμενά μας.
Ο κόσμος που περιγράφουν γλωσσολογικά δεν υπάρχει. Είναι μια υποτακτική κατασκευή ή ιδεολόγημα ανικανότητας σύλληψης και κατανόησης του κόσμου.

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

(εκ συνεχείας) 1

Αλλά εάν η γλώσσα είναι η σκέψη μας, τότε εξαπατόμαστε διπλά. Γιατί αυτό σημαίνει καθαρά ότι όλες οι σκέψεις όλων των ανθρώπων είναι ισότιμες. Δεν μπορεί να είναι ισότιμα αυτά που λένε και να μην είναι ισότιμα αυτά που σκέφτονται. Είναι ένα ολέθριο συμπέρασμα που ακυρώνει όλη την προσπάθεια του ανθρώπου και αχρηστεύει την ίδια την ελογικότητά του. Δεν έχει λόγο να σκέφτεται τότε ούτε να μιλάει, αφού λένε όλοι τα ίδια και σκέφτονται όλοι τα ίδια.
Γιατί τότε μπορούμε να βάζουμε στην τύχη όποιον βρούμε να διδάξει μηχανική ή φιλοσοφία. Μπορούμε να διαλέξουμε από την κληρωτίδα αυτόν που θα διοικήσει την πολιτεία ή κάποιον άλλο σπάταλο ή τοκογλύφο να αναλάβει την οικονομία της χώρας αφού όλοι είναι ισότιμοι και εξ ίσου ικανοί. Αυτά είναι αστεία πράγματα. Εκεί μας οδηγεί η συμπερασματικότητα πολλών γλωσσολόγων περί ισότητας των γλωσσών.
Η γλώσσα είναι πλούτος της σκέψης και όχι των ήχων. Η γλώσσα των ήχων δεν έχει σκέψη. Δεν υπάρχει. Είναι σαν να ακούμε ένα παπαγάλο ή μια μαϊμού να μιμούνται με το λαρύγγι τους ή με τα χέρια τους χωρίς να καταλαβαίνουν τίποτα από αυτό που κάνουν ή λένε, όπως εμείς. Γλώσσα των ήχων δεν είναι ούτε οι ιαχές των γηπέδων.

Λέγοντας κανείς δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες, λέει ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές σκέψεις και δεν το ξέρει.

Ισότιμες λέξεις, ισότιμες γλώσσες, ισότιμοι άνθρωποι και λαοί, ισότιμες σκέψεις, οδηγεί κατ ευθείαν στην αθώωση όλων των συμβαινόντων στην ζωή αυτού του πλανήτη. Τότε ο πολιτικός λόγος και η κριτική σκέψη εκπαραθυρόνονται μέσα από τις αλχημείες και τα τρικ των επιστημών και των επιστημόνων. Χθες η νομική επιστήμη αθώωσε μέσα από τις εξαιρέσεις της τις εξουσίες, παραπροχθές η οικονομία επιτέθηκε κατά του συνόλου της ανθρωπότητας, σήμερα η γλωσσολογία ισοπέδωσε με μια ισοτίμηση τις γλώσσες των λαών και τις πολιτισμικές τους διαφορές και αύριο κάποια άλλη ότι απέμεινε.
Μα κυρίως αυτό το ισότιμος παραμένει διαρκώς σκοτεινό και αδιευκρίνιστο στα συνέδρια της γλωσσολογίας, ως ένα μεταφυσικό μυστήριο της γλώσσας. Τι σημαίνει αλήθεια ισότιμος. Μήπως μια μεταμφιεσμένη προσπάθεια εξισωτισμού και πάλι αθώου και ένοχου; επιτιθέμενου και αμυνόμενου, ληστή και κλεπτόμενου. Μια Ρασπούτνεια ισότητα. Ένας παμπόνηρος ανεστραμμένος- κρυμμένος ρατσισμός της βαρβαρότητας και της εξουσίας να αθωώσουν τον εαυτό τους.


Μα στην σκέψη και στην γλώσσα της, δεν χρειαζόμαστε ισότητα, χρειαζόμαστε ακριβώς ανισότητα, δηλαδή ισηγορία. Το δικαίωμα να λέμε άλλα από τους άλλους. Αλλιώς θα σκεφτόμασταν όλοι τι ίδιο ακριβώς. Αλλιώς η ισηγορία θα ήταν άχρηστη, δεν θα υπήρχε καν σαν έννοια και λέξη.
Στα πολιτικά, κοινωνικά και φυσικά δικαιώματα χρειαζόμαστε μόνο την ισότητα. Ακριβώς για να έχουμε όλοι οι άνθρωποι την δυνατότητα να εκφράζουμε την διαφορετικότητά μας, την ανισότητά μας, την ισηγορία μας.
Γιατί ισοτίμηση σημαίνει προ πάντων κάτι πολύ επικίνδυνο, ότι η σκέψη του Ηράκλειτου και του οποιουδήποτε είναι ισότιμες. Η σκέψη του Αϊνστάιν και του όποιου φυσικού ή άλλου πολίτη είναι το ίδιο. Ισότιμος και ίδιος είναι το ίδιο.
Όλα τόσο απλά και εύκολα σε αυτόν τον κόσμο που σπαράσσεται ασταμάτητα χωρίς φταίχτες προ πάντων, μια και όλοι είναι ισότιμοι, που σημαίνει εδώ μεταφρασμένο, ότι λίγο ως πολύ όλοι κάνουν τα ίδια και άρα είναι ίδιοι.
Μια προσπάθεια να εμφιλοχωρήσει μέσα στις επιστήμες η απαλλαγή του καπιταλισμού από κάθε του έγκλημα.
Ή γιατί όλοι είμαστε αδέρφια σε αυτόν τον πλανήτη όπως φωνασκεί υποκριτικά ο σοσιαλισμός ή παιδιά του θεού ο θρησκευτισμός. Να ξεπλυθεί αυτός ο κόσμος μέσα από την γλώσσα.
Φαίνεται πια όλο και πιο καθαρά ότι η μεταμοντέρνα γλωσσολογία σχίζει στα δύο τον άνθρωπο και τον απομονώνει από τα συναισθήματά του και τη σκέψη του. Χωρίζει τους ήχους του από τα νοήματά τους. Άλλο η γλώσσα του άλλο αυτός. Τα συμπεράσματα πλέον και οι διαπιστώσεις θα βγαίνουν από τους ήχους του και όχι από αυτόν τον ίδιο, αδιάσπαστα συνδεδεμένους μαζί του. Από το χνάρι, την πατημασιά του και όχι από αυτόν που πάτησε, που άφησε το ηχητικό του αποτύπωμα λέγοντας μια λέξη. Στη μάχη μεταξύ σημαινόντων και σημαινόμενων, κερδίζουν τα σημαίνοντα. Κερδίζει όχι η ουσία αλλά η μορφή της, η παραουσία της. Δεν ενδιαφέρει πλέον ο γονότυπος γατί είναι ζόρικος και αντιδρά, αλλά ο φαινότυπος η άψυχη ακίνδυνη λέξη ως ήχος χωρίς νόημα, χωρίς σκέψη και συναίσθημα που δεν αντιδρά.
Της διαφεύγει ότι κάθε λέξη, φθόγγος ή φώνημα δεν είναι απλώς ένα ανώδυνο και τυχαίο ήχημα ίδιο, άχρωμο, ισότιμο με κάθε άλλο, αλλά ένας ιστορικός, κοινωνικός και πολιτισμικός μόχθος για να δημιουργηθεί. Ένας ατομικός και συλλογικός πόνος και προσπάθεια. Το χλευαζόμενο σήμερα ΄΄αέρα΄΄ των Ελληνάκων, κάπου παραπέμπει σαν σημαίνον. Σε κάποιο σημαινόμενο, σε κάποιο τραυματικό γεγονός που δεν βρίσκει να ισοτιμηθεί με την αντίστοιχη λέξη ενός άλλου λαού που αν το ακούσει θα νομίσει ορθά ότι του μεταφράζουν τον άνεμο. Που δεν το έχει αλλά που έχει πιθανόν ή όχι και αυτός ένα άλλο τέτοιο ανάλογο. Είναι και αυτή μία από τις λέξεις με πολλά σημαινόμενα επάνω της και ένα μόνο σημαίνον, πάνω στο οποίο συνωστίζονται τα συμφέροντα, η μικροπολιτική, ο δόλος, η οικονομία.
Η ποικιλία και η διαφορετικότητα είναι η αλήθεια και η ουσία του κόσμου και όχι η ισοτίμηση του σε ελάχιστα σημαίνοντα. (συνεχίζεται)

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 5

Η γλώσσα είναι τι κρύβει μέσα της και όχι τι λέει. Με το τι λέει ΄΄δεν καταλαβαίνει΄΄ κανείς τίποτα από μια γλώσσα. Ίσα-ίσα κατορθώνει να συνεννοηθεί με αυτήν.
·
Γιατί οι γλώσσες δεν διαφέρουν από τους ήχους τους όπως νομίζουμε ή τις λέξεις τους αλλά από το ιστορικό και κοινωνικό τους φορτίο που δεν φαίνεται. Που δεν το κρύβουν μεν αλλά δεν φαίνεται από μόνο του.
·
Αυτό καλούνται να μάθουν τα παιδιά στο σχολείο αφού μιλάνε ήδη άπταιστα την ηχητική γλώσσα.
·
Γιατί μια άγνωστη γλώσσα είναι εύκολη και ανώδυνη.
Ενώ μια μητρική είναι εξαιρετικά δύσκολη και επώδυνη αδιάφορο αν την μαθαίνουμε με πολύ μεγάλη ευκολία ως μητρική.
·
Οι λέξεις είναι η περίληψη μόνο πολλών μακρών ιστοριών. Ατομικών και συλλογικών.
Πίσω τους κρύβονται οι διηγήσεις της ζωής των ανθρώπων. Διηγήσεις αιώνων και χιλιετιών.
Είναι γοργόφτερα ταχυδρομικά περιστέρια που μας μεταφέρουν στον εγκέφαλό μας, εκεί που είναι η ζωή μας, η ατομική και συλλογική μας μνήμη, τα παιδικά μας χρόνια, και τα πρώτα μας συναισθήματα. Εκεί που Είναι η φιλοσοφία του χρόνου και του κόσμου. Εκεί που είναι κρυμμένη η γλώσσα.
·
Οι λέξεις κρύβουν υποχρεώσεις μέσα τους που δεν φαίνονται με το πρώτο απλό άκουσμα. Κάθε λέξη άλλο λέει και άλλο εννοεί εκτός από αυτό που ακούγεται. Πόσο μάλλον όταν συναντηθεί με τις άλλες.
Μεταφέρουν όχι ένα αλλά πολλά νοήματα και έννοιες της γλώσσας αλλά και του εαυτού τους. Αυτό που λέμε πιστή και ακριβής μετάφραση. Συνήθως μεταφέρουν έως και αντίθετες έννοιες στην ίδια λέξη όπως το ίδιο και το ίδιον. Και αυτό πλανεύει, από ερωτευμένους μέχρι γλωσσολόγους.


Όμως οι λέξεις του κόσμου μια-μια ξεχωριστά είναι ακατανόητες όταν τις ακούμε για πρώτη φορά ή όταν τις επαναλαμβάνουμε διαρκώς.
Επί πλέον, και εδώ είναι η παγίδα, είναι σαν ίδιες και είναι ίδιες, με μια ανεστραμμένη όμως περίεργη αλλά και ισχύουσα έννοια, ότι αφού μπορούμε να χρησιμοποιούμε διαφορετικές λέξεις-ήχους για μια έννοια ή και νόημα, τότε οι λέξεις καταλήγουν αν και διαφορετικές ηχητικά και γραφολογικά να παίζουν τον ίδιο διαμετακομιστικό ρόλο και άρα μπορεί κάποιος να τις θεωρήσει ως ίδιες ενώ είναι άλλες. Είναι δηλαδή ισότιμες μεταξύ τους.
Για παράδειγμα το δικό μας σύμπαν γίνεται univers στην γλώσσα των αγγλικών ή
el universo στα ισπανικά κ.λ.π
·
Αυτή η διαπίστωση οδήγησε αναγωγικά στο συμπέρασμα ότι το ίδιο ισχύει άρα, όχι μόνο για τις λέξεις αλλά και για το σύνολο των γλωσσών και κατ επέκταση και για τις έννοιες και τα νοήματά τους..
Έτσι η γλωσσολογία αποφάνθηκε ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες.
Πρόσθεσε δε σε απορίες ερωτώντων, πως αν μια γλώσσα δεν γνώριζε και δεν είχε μέσα της την έννοια της ισηγορίας για παράδειγμα, πριν 2 ή 3 χιλιάδες χρόνια, την άκουσε, την είδε και την προσέθεσε στο σώμα της με μια αντίστοιχη λέξη που κατασκεύασε στην πορεία και έτσι πρόλαβε τις άλλες και ισοτιμήθηκε μαζί τους.
Δεν έμενε παρά ένα ελάχιστο συμπερασματικό βήμα να πούνε ότι επομένως και όλοι οι λαοί που ομιλούν τις γλώσσες του κόσμου είναι ισότιμοι και τέλος οι πολίτες ένας-ένας ξεχωριστά.

Αυτό μάλιστα ανακούφιζε και συμφωνούσε και με την θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας και του κόσμου που θεωρεί όλους τους πολίτες ίσους μεταξύ τους, με ίσα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με μια μεγάλη διαφορά μόνο. Άλλο το ίσος και άλλο το ισότιμος.
·
Αυτά λέει η επιστήμη της γλωσσολογίας σήμερα, αξιοποιώντας τις εξειδικευμένες μελέτες της, στην λεγόμενη συγκριτική γλωσσολογία των διαλέκτων και γλωσσών των λαών.

·
Αλλά η γλωσσολογία δεν είναι φιλοσοφία και δεν καταλαβαίνει και πολλά πράγματα από αυτόν τον κόσμο. Έγινε και αυτή μια αποσπασμένη από την πραγματικότητα επιστήμη, που γνωρίζει ΄΄καλά΄΄ την δική της απομόνωση που μελετά.
Αυτό που της διαφεύγει καθώς τυραννιέται αποκομμένη μέσα στα λεξικά, από την καθολική θέαση του κόσμου, είναι ότι η γλώσσα δεν βρίσκεται στην στοματική κοιλότητα και στους ήχους που κυνηγά, αλλά αποκλειστικά στον εγκέφαλο του ανθρώπου και μόνο σε αυτόν. Της διαφεύγει δηλαδή το πιο σπουδαιότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου.

Γλώσσα είναι η σκέψη του ανθρώπου χωρίς ήχο. Εκεί και μόνο βρίσκεται η γλώσσα.
Ο άνθρωπος ηχεί την σκέψη του για να την ελέγξει. Για να επιβεβαιώσει ή όχι την ορθότητα της, επικοινωνώντας την με τους άλλους. Το αντεπιστέλλον του Αριστοτέλη. Για να κατανοήσει την ελογικότητα του. Να βεβαιωθεί γιαυτό που του συμβαίνει. Να σιγουρευτεί για την ύπαρξή της. Να πάρει απόκριση, από ένα άλλο έλλογο , ότι σκέφτεται. Ότι είναι πράγματι έλλογο. Να επαληθεύσει το φυσικό θαύμα που νιώθει και αισθάνεται επάνω του. Γιαυτό γελάει ο άνθρωπος, επειδή ανακαλύπτει την ελογικότητα του. Συνειδητοποιεί ότι μιλάει και σκέφτεται και χαίρεται γιαυτό, έστω ατελώς στη αρχή και άναρθρα. Γιαυτό πάλι μπορεί και κλαίει. Ακόμα και ταυτόχρονα, για να επικοινωνήσει με τους άλλους σαν βασική του έλλογη ψυχολογική ανάγκη. Για να συνεννοηθεί στην συνέχεια και να επιβιώσει μαζί τους.
Έτσι ΄΄φύτρωσε΄΄ σιγά-σιγά η γλώσσα του μέσα στις χιλιετίες. (συνεχίζεται)

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 4

Η μητρική γλώσσα δεν είναι ποτέ μίμηση, ούτε μια φορά.
Όπως δεν είναι ποτέ βίαιη.
Ενώ κάθε άλλη ξένη και επίκτητη, είναι πάντα μια βίαιη εγκατάσταση ενός επικοινωνιακού μηχανισμού και λειτουργίας μέσα μας, αλλά και ενός άλλου τρόπου σύλληψης και αντίληψης του κόσμου και κυρίως αυτό.
Μιμείται δε πάντα και υποχρεωτικά την μητρική .

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 3

Έχω την γλώσσα μου, είμαι.
Έχω την γλώσσα μου, έχω πατρίδα.
Ακόμα κι αν ζήσω ξενιτεμένος όλη μου τη ζωή.
Πατρίδα μου είναι η γλώσσα μου.
Μια πατρίδα μεταφερόμενη όπου βρίσκεται και ταξιδεύει η γλώσσα μου.
Αλλά αυτό το καταλαβαίνω μόνο όταν δεν ακούω τη γλώσσα μου. Όταν δεν την ομιλώ.
Τότε που δεν είμαι.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 2

Άλλη γλώσσα, άλλη σκέψη, άλλα νοήματα.
Άλλη κουλτούρα, άλλη ιστορία, άλλες αρχές, άλλος πολιτισμός, άλλοι νόμοι τελικά.
·
Γιατί όλες οι ιστορίες των γλωσσών και όλες οι διαφορές στην δομή τους, είναι πως συντάσσουν τον κόσμο!! Που σημαίνει πως κάθε λαός αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
·
Πως αντιλαμβάνεται το σύμπαν, τη φύση και την κοινωνία και πως εξ αυτών συντάσσει τον χώρο και τον χρόνο μέσα στη γλώσσα του, που είναι το κορυφαίο δείγμα της αντιληπτικής ικανότητας του ανθρώπου.
·
Και τέλος αν αντιλαμβάνεται μια κοινωνία το δίκαιο που απορρέει από αυτά και την ισορροπεί, και το διαχέει μέσα στη γλώσσα της.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 1

Στην πραγματικότητα, τα πρώτα ανθρωπολογικά σύνορα και πολύ αργότερα τα εδαφικά και εθνικά, τα δημιουργεί η γλώσσα κατά μέγιστο μάλιστα κανόνα αν όχι πλήρη, στις αρχικές συναθροίσεις των μελών του ανθρώπινου είδους.

Είναι αυτή που επιβάλλει κάθε είδους σύνορα ακόμα και σήμερα. Είναι δε τόσο ισχυρή, που υπερβαίνει ακόμα και την συνεκτικότητα της φυλής ή του χρώματος των ανθρώπων.
Όσοι κατάφεραν να συνεννοηθούν αποτελεσματικότερα για την επιβίωση τους, στις απαρχές της γέννησης των γλωσσών, αυτοί και έκαναν ομάδα, φυλή, εδαφική κυριαρχία μαζί στην συνέχεια ή χώρα και κράτος πολύ μετέπειτα.

Η γλώσσα είναι ανεπιφύλακτα ο πρώτος διαφοροποιητής του ανθρώπου, από την μάζα του είδους μας, μέχρι την εμφάνισή της. Δηλαδή ο πρώτος καθαρά ΄΄εθνικιστής΄΄ και μάλιστα φυσικός και όχι πολιτικοκοινωνικός ή οικονομικός όπως πολύ-πολύ αργότερα εξέπεσε.
Την έννοια του έθνους την προδιαμορφώνει η κοινή γλώσσα κυρίως. Σε αυτήν οφείλεται τούτη η αντίληψή μας.

Όσα δε παραδείγματα προσπαθούν να εξαιρεθούν άδολα από αυτόν τον φυσικό κανόνα, έχουν κενά χαμένα από την σκόνη του χρόνου στο βάθος τους.

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2007

Η ντροπή του ποιητή

Ο ποιητής μισεί δυνατά. Το μίσος του, το μέγιστο.

Σαν αλεξικέραυνο ρουφάει την οργή αυτού του κόσμου. Τόση είναι η δύναμή του.
Η διαφορά με αυτόν, είναι ότι δεν καταδέχεται την κατάντια που οδηγεί το μίσος. Αυτό που έχει κατακλύσει τα πάντα γύρω του.

Έτσι το πηδάει σαν φανταστικός άλτης του σύμπαντος, το διοχετεύει μέσα του και το κάνει ποίηση. Το αλέθει μαζί με τάλλα τέρατα και πάθη.

Γιατί ο ποιητής πρέπει να είναι αθώος. Αν δεν είναι, δεν θάναι ποιητής. Αλλά για να παραμείνει αθώος και να υπακούει σε αυτόν τον φοβερό νόμο των ποιητών, διαπιστώνει έκπληκτος πιά σήμερα, ότι δεν μπορεί να παραμείνει ποιητής, γατί δεν μπορεί να παραμείνει πιά αθώος. Η εποχή που ζει ξερνάει ακόμα και τους ποιητές. Τους ξεβράζει στην τηλεόραση, στα σαλόνια, στις χορηγίες, στις ποιητικές βραδιές.

Και τότε καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί πιά να γράφει παρά να κρύβεται.
Να κρύβεται σαν κυνηγημένος χωρίς να τον κυνηγάει κανείς. Μαζί με την ντροπή αυτού του κόσμου. Μέχρι να αλλάξουν οι καιροί και να τον ξαναχρειαστούν πάλι οι άνθρωποι.

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007

΄΄Να φτιάξουμε τον κόσμο΄΄

Όποιος επιθυμεί να σώσει τον κόσμο, θα πρέπει να έχει προλάβει πρώτα να σώσει τον εαυτό του. Γιατί μπορεί να τα καταφέρει, αλλά να διαπιστώσει μετά, ότι μέσα στην φούρια της προετοιμασίας της σωτηρίας, δεν πρόλαβε να ετοιμαστεί ο ίδιος, όπως συνέβη με τους κομουνιστές στον ανατολικό κόσμο και τους σοσιαλιστές στην Ελλάδα και τον δυτικό κόσμο. Και αυτό το ξέρουν καλλίτερα από όλους οι παπάδες, που για χιλιάδες χρόνια παραμένουν ακόμα απροετοίμαστοι.

Και βέβαια, σε όλες αυτές τις αναταξιακές απόπειρες της ανθρωπότητας, η πλειοψηφία των πολιτών που ακολούθησε αυτή την χαρισματική αποκοτιά, είχαν προετοιμαστεί να προχωρήσουν στο καινούργιο άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, καλλίτερα πάντως από τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, που όπως αποδείχτηκε αργότερα ιστορικά, δεν είχαν προετοιμαστεί καθόλου. Αν αφαιρέσουμε κάποιους απελπιστικά ελάχιστους διεθνώς πρωτοπόρους, μυθικά σύμβολα για την αναφορά και την σύγκριση στην συνέχεια της ζωής μας.

Όλες οι άλλες εξηγήσεις της αποτυχίας που διαβάζουμε σε προπαγανδισμένα και διθυραμβολογημένα βιβλία διανοουμένων- ειδικά αυτών των ανεκδιήγητων οικονομολόγων με τα ισοζύγια του χρήματος ή τα αποθεματικά, τον πληθωρισμό και τα λοιπά τέτοια αιτιάντα-του τι τάχα έφταιξε και απέτυχε η προσπάθεια, του τι τάχα συνέβη που εμείς δεν ξέρουμε και αυτοί ανακάλυψαν και χάλασε στην πορεία το όραμα, και τέτοια μοχθοφανή διηγήματα εμβριθούς διείσδυσης και ανάλυσης, είναι εκ του πονηρού ή εκ του ανοήτου των γραφιάδων αυτών.

Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2007

Οι Έλληνες, ο Κάρολος Μαρξ, και οι υπόλοιποι

Πάντα άκουγα τον Κάρολο Μαρξ και τους κομουνιστές, να μιλούν για τους θεσμούς. Πως μόνο όταν αυτοί αλλάξουν, τότε θα αλλάξει και η κοινωνία. Αυτό ακριβώς ήταν η επανάσταση και το όνειρό της. Αυτό έλεγε και το Κεφάλαιο.

Για να πω την αλήθεια, δεν το κατάλαβα ποτέ.. Δεν μίλησε μέσα μου ποτέ αυτή η λύση του μεσσιανισμού των θεσμών. Μου θύμιζε τον από μηχανής θεό του τετραπέρατου Ευριπίδη, που κορόιδευε έτσι τους αθηναίους, όταν δυσφορούσαν να δουν κατά πρόσωπο τις κοινωνικές και φυσικές αλήθειες.

Σήμερα όμως, λένε το ίδιο και οι σοσιαλιστές και οι δημοκράτες και οι δεξιοί και κάθε ένας που βλέπει το αδιέξοδο. Το έχουν παραδεχτεί όλοι.
Ακόμα και φανεροί ή κρυφοί εναπομείναντες δικτατορίσκοι της εποχής μας, μιλούν και αυτοί ένθερμα για τους θεσμούς και για την ανάγκη καινούργιων νομοθετικών πλαισίων, και αδιάφορο τι εννοεί ο καθένας τους και τι κρύβουν όλοι αυτοί μαζί.

Η ανθρωπότητα κινείται αδιάκοπα σε μια συνεχή αλλαγή των θεσμών. Και πράγματι οι θεσμοί αλλάζουν προς το χειρότερο, αλλά αρκετές φορές και προς το καλλίτερο σε κάποιες χώρες, που καταφέρνουν να υπερβούν τις αντιδράσεις και να ψηφίσουν νέους νόμους πιο προοδευτικούς και σύγχρονους. Όμως τίποτε δεν αλλάζει στις κοινωνίες,
εκτός από την τεχνολογία της κάθε εποχής, που εξαπατά τους πάντες και φαίνεται σαν αλλαγή.
Τι μυστήριο! Τι μεταφυσικά πράγματα! Πιο παράδοξο και από τις εικόνες που κλαίνε!
Οι δε επαναστάσεις που κατέκλυσαν τον κόσμο και κατάκυριάρχησαν ολόκληρο τον εικοστό αιώνα, αλλάζοντας από τις ρίζες τους παλιούς άδικους ή αντιδραστικούς και τελματωμένους θεσμούς, πνίγηκαν στην ατελεσφορία τους. Δεν κατάφεραν να αλλάξουν τίποτα στις κοινωνίες τους. Ούτε ένα τόσο δα.

Οι θεσμοί είναι μια συνταγή ανόητη και παντελώς ανίσχυρη από μόνη της. Δεν φτάνει ποτέ να αλλάξει την ζωή μας γιαυτό δεν την άλλαξε.
Χρειάζεται προ πάντων ο άνθρωπος και ελάχιστα οι θεσμοί. Το αντίθετο από ότι πιστεύουν όλοι.

Αυτό το είχαν καταλάβει μόνο οι έλληνες. Πικρή μοναχική αλήθεια για μας, για την ιστορία, για τους άλλους, για όλους. Γιαυτό μιλούσαν όλοι σε όλα ανεξαιρέτως τα κείμενα τους για την ατομική αρετή του πολίτη. Αρετή σημαίνει ήδη θεσμός. Ο μέγιστος, ο ισχυρότερος δυνατός θεσμός. Αλλά σήμερα δεν έχουμε πια καλούς μεταφραστές για να το ξέρουμε αυτό.
Ο νόμος και ο θεσμός υπάρχει μόνο μέσα μας και πουθενά αλλού. Δεν χρειάζεται να μας πει κάποιος να μην κλέβουμε τους συμπολίτες μας και την πολιτεία ή να μην καταπατούμε τα δάση και όλα τα βασικά τουλάχιστον προφανή και αυτονόητα.

Το ξέρουμε πολύ καλά. Εάν φύγει από μέσα μας και πάει στα χαρτιά, στα νομοσχέδια, στα κοινοβούλια, στα δικαστήρια, κανένας θεσμός δεν πρόκειται ποτέ να λειτουργήσει. Το θέμα της ανθρωπότητας ήταν πάντα να μην φύγει ποτέ από μέσα της ο νόμος. Χωρίς συνείδηση και σκέψη των πολιτών καμία ελπίδα δεν έχει ο νόμος και ο θεσμός. Εάν δεν είναι βαθιά εσωτερική μας πίστη και ανάγκη.

Ο χαλασμένος άνθρωπος καταπίνει τους θεσμούς και τους νόμους όπως ο δεινόσαυρος τη χλωρίδα. Η αλλοτρίωση βρίσκει αμέσως τρόπους να εξουδετερώνει τον όποιο νόμο. Η εξυπνάδα της θα συκοφαντεί και θα χλευάζει τους θεσμούς ως αστεία κατασκευάσματα, ανίκανα παντελώς να της αντισταθούν.

Αλλά τώρα είναι αργά. Η ιστορία είναι ο γιγάντιος κριτής που φτιάχνει και οδηγεί το κοινωνικό και ατομικό μέλλον. ΄΄Τιμωρεί΄΄ τις επιλογές μας, τις οποίες καμωνόμαστε πως δεν θυμόμαστε. Πρέπει να γεννηθεί και να ανατραφεί μια γενιά μόνη της, μακριά από εμάς, για να επανέλθουν οι θεσμοί μέσα μας. Γιατί ο νόμος σαν βασική κατεύθυνση υπάρχει ήδη μέσα μας όταν γεννιόμαστε. Επεμβαίνει όμως ο καπιταλισμός που μας υποδέχεται και τον διαστρέφει.

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2007

Προς Ιστορικούς

Χωρίς τον μύθο, δεν υφίσταται η ιστορία!

Αυτό το πάρα πολύ σπουδαίο είναι που χρειάζεται να κατανοηθεί από τους ιστορικούς.
Είναι μια λειψή, ημιτελής, καχεκτική καταγραφή του κόσμου.
Μια αγνωσιακή και τέλος αντιεπιστημονική ιστοριογραφία που δεν φωτίζει ούτε τα γεγονότα ούτε το παρελθόν. Τόσο σαφώς.

Γιατί ο μύθος είναι μια αναγκαία και υποχρεωτική συνιστώσα της ανθρώπινης ελογικοτητας. Και μάλιστα απαιτητή για κάθε εποχή. Έξω από την εξέλιξη, την ανεπτυγμένη ή μη τεχνολογία, τον πολιτισμένο ή απολίτιστο χαρακτήρα των κοινωνιών, το υψηλότατο ή χαμηλό επιστημονικό επίπεδο κάθε λαού.

Δεν υπάρχει περιοχή της ανθρώπινης δραστηριότητας χωρίς την συνοδεία του μύθου. Ακόμα και στους πιο θαυμαστούς και ρεαλιστικούς εγκεφάλους. Ή θα μπορούσε κάποιος να με διορθώσει, εκεί αντίθετα συναντάται πολλές φορές πιο συχνά.

Μια ιστορία καθαρά επιστημονική, αυστηρά περιχαρακωμένη στα ΄΄αληθή΄΄ μόνο δεδομένα της εργαστηριακής έρευνας, χωρίς προσμίξεις από στοιχεία μύθου, από λεχθέντα, ακούσματα, θρύλους, διηγήσεις εκ διηγήσεων, με μόνο σύγχρονα καταγραφικά τεχνολογικά μέσα αδιάψευστα, δεν υπάρχει! Ούτε σήμερα, ούτε ποτέ υπήρξε! Ούτε για μια φορά!

Και τούτο συμβαίνει γιατί δεν το επιτρέπει ο πραγματικός κόσμος! Νιώθει ακρωτηριασμένος χωρίς τον μύθο δίπλα του! Είναι αυτό που διέφυγε.

Γιατί ο μύθος είναι ήδη μια πελώρια αλήθεια. Και όταν αυτός επιμένει να ζει και να απαιτεί την ύπαρξή του, καθώς περνάν οι αιώνες και ο χρόνος, και δοκιμάζεται η ανθεκτικότητα και η γνησιότητά του, τότε ο μύθος αυτός, είναι η μεγάλη αλήθεια που διέφυγε της ιστορίας ή ακόμη χειρότερο που αποκρύβεται από αυτήν.

Και ευτυχώς-ευτυχώς! θέλω να τονίσω προς έκπληξη των μοχθούντων ιστορικών, που συμβαίνει έτσι. Γιατί αλλιώς ο κόσμος θα ήταν ασφυκτικά ντετερμινισμένος και η ιστορία απολύτως προβλέψιμη ως ένα κλειστό ακατάπαυστα ανακυκλούμενο ίδιο και όλο ίδιο σύστημα. Ο μύθος στην κοινωνία λειτουργεί όπως η τυχαιότητα και το απροσδόκητο στην φύση και το σύμπαν.

Και δεν μιλώ εδώ καθόλου για τον μεταφυσικό και θρησκευτικό μύθο των θεών, των αγγέλων και των θαυμάτων, που και αυτοί όμως είναι εξαίρετο παράδειγμα να προβληματίσει τους ιστορικούς για την τρομακτική ισχύ του, αλλά ομιλώ για τον πραγματικό κοινωνικό μύθο των ανθρώπων, για γεγονότα που έγιναν, και που αναγκάζονται να μεταπηδήσουν στον μύθο για να υπάρξουν, να προφυλακτούν και να επιβιώσουν, όταν η επιστήμη τα αγνοεί ή θέλει να τα σβήσει. Γιατί τότε γίνεται πιο ανθεκτικός, πιο δυνατός, πιο απαιτητικός και ΄΄εκδικείται΄΄ τον παραμερισμό του από την επιστήμη, κάνοντάς την να φαντάζει νάνος μπροστά του.

Ενδεικτικό κλασικότατο διεθνές τέτοιο παράδειγμα γνωστό σε όλους, ο Τσε Γκεβάρα. Όσο και αν πολεμήθηκε λυσσαλέα από το σύνολο των δυνάμεων του αμερικάνικου κράτους, με την συνδρομή μιας παγκόσμιας ενορχηστρωμένης συμμαχίας κρατών την εποχή του ψυχρού πολέμου, εν τούτοις, όχι μόνο άντεξε στον χρόνο και έγινε μύθος, αλλά μεταπήδησε στον θρύλο πλέον. Μόνος απολύτως, χωρίς καμιά προπαγάνδα ή όποιου άλλου είδους δύναμη να τον ενισχύσει ή να τον κατασκευάσει. Γιατί είχε την αλήθεια του και τίποτε άλλο αυτός ο μύθος.

Το ίδιο ακριβώς συνέβη εδώ σε μας με τον Άρη Βελουχιώτη και την εθνική αντίσταση, που η άρνηση της αποδοχής του από την δεξιά και την κομουνιστική αριστερά, τον πέρασε ήδη στον χώρο του μύθου. Αλλά όπως οι εξουσίες και τα συμφέροντα που υποτελούν, τρομάζουν από τα ιστορικά γεγονότα και τα αρνούνται, έτσι και οι ιστορικοί που τους ακολουθούν χάνουν κάθε ικανότητα κατανόησης των μύθων. Δεν έμαθαν ακόμη να μην τα βάζουν μαζί τους, αλλά να ψάχνουν και να βρίσκουν τι κουβαλάνε και τι θέλουν να πουν κάτω από την σκόνη του χρόνου.

Το ίδιο πάλι συνέβη στις μέρες μας με την διαμάχη για τα κρυφά σχολειά.
Γιατί εκτός των άλλων, οι μύθοι δηλώνουν και κάτι άλλο που δεν χωράει στο κεφάλι τους. Ο μύθος που επιμένει να ζει αιώνες ολοζώντανος, χωρίς απτά ντοκουμέντα, χωρίς έγγραφα αποδεικτικά, μπορεί όχι μόνο να μην ακυρώνει τον εαυτό του, αλλά να δείχνει ότι προσπαθεί να πει κάτι περισσότερο από τον εαυτό του. Να περιγράφει μια ζοφερή κατάσταση για έναν λαό ακόμη πιο χειρότερη από αυτή που προσπαθεί να πει ο μύθος, με αφορμή την διήγηση ενός απλού γεγονότος που περιγράφει.

Η απαράδεκτη συμπεριφορά των νεοελλήνων σήμερα, δεν εξηγείται με κολλυβογράμματα εγγράφων και κοκαλωμένων στοιχείων των ιστορικών, αλλά από το βάθος του παρελθόντος και μόνο. Ο χρόνος, αφήνει τα ίχνη του πάντα. Αυτό είναι φυσικός νόμος. Αλλά αυτά τα ίχνη ο προσοντούχος ιστορικός, και μόνο αυτός πιστεύω, πρέπει να ψάξει να τα βρει. Να κοπιάσει όσο δεν φαντάστηκε κι αν τα καταφέρει, αλλιώς ο επόμενος. Δεν είναι τόσο απλό.

Γιατί κυρίως, αυτό είναι ο μύθος, μια αλήθεια που συνέβη, και που την αρνούνται γιατί αποκαλύπτει φαρμακερές ιστορικές αλήθειες και ανατρέπει όλα τα καλογραμμένα επιστημονικά βιβλία και το ευγενικό πρόσωπο της εξουσίας.

Η ανθρωπότητα είναι γεμάτη από τέτοιους μύθους, που ζουν ολοζώντανοι από το παρελθόν στο παρόν, και δεν φθείρονται ούτε ελάχιστα, από την πολυκαιρία. Αλλά αυτά, θα μου επιτρέψετε να πω, είναι ψιλά γράμματα για πάρα-πάρα πολλούς ιστορικούς, αυτούς τους κλητήρες της ιστορίας, που προκαλούν το ανθρώπινο πνεύμα και τις ικανότητές του προσβλέποντας να το εξαπατήσουν, προωθώντας εφήμερες ιδεολογικοπολιτικές τάσεις της κάθε μικροεποχής στην ιστορία, στοιχισμένοι προκλητικά και ανενδοίαστα με τις εξουσίες, φιλοδοξώντας οι μωροί καταξίωση από τις ακαδημίες και τα προεδρικά διατάγματα. Η τηλεόραση γέμισε από τέτοιους.

Αυτοί νομίζουν ακόμα ότι ο μύθος λέει ψέματα. Τον μπερδεύουν δε με την προπαγάνδα που κατασκευάζει συχνά είδωλα και στήνει ψευτομύθους ηγετών και γεγονότων, που πεθαίνουν μέσα σε ελάχιστα χρόνια ή και γρηγορότερα, και φυσικά επηρεάζονται λίγο έως πολύ από τις βιομηχανίες των πληροφοριών, που απέκτησαν τη δύναμη να παρουσιάζουν τον κόσμο όπως θέλουν, άλλοι μέσα από την εικονική πραγματικότητα, και άλλοι μέσα από εκδοτικά και συγγενή εργαστήρια, που ανακαλύπτουν συνέχεια ιστορικά στοιχεία και ντοκουμέντα για το ταμείο τους.

Συσκοτίζονται από τα διπλά νοήματα της λέξης του μύθου μέσα στη χρήση της γλώσσας, που άλλοτε εννοεί και χλευάζει τους ρήτορες και τους υποσχεσιάρχες και άλλοτε καλεί στην απελευθέρωση της ζωής μας μέσα από το σιωπηλό ουρλιαχτό του μύθου, που μας περιμένει συνεπές μέσα στον χρόνο να το ακολουθήσουμε. Γιατί ο μύθος δεν μιλεί μόνο για το παρελθόν αλλά και για το μέλλον που πλησιάζει απειλητικό.

Αντίθετα, ο μύθος σήμερα συμπληρώνει και λέει ό,τι λογόκριναν οι ιστορικοί. Από στόμα σε στόμα μεταδίδει και διαφυλάττει ιστορικές αλήθειες. Απαγορευμένες σελίδες της ιστορίας.
Αλλά για να το καταλάβει αυτό κανείς, και να μπορέσει να συμπεριλάβει τον μύθο ως βασικό και κύριο στοιχείο της ιστορίας, χρειάζεται να έχει μια καθαρά φιλοσοφική σκέψη και αντίληψη του κόσμου. Αλλιώς δεν γίνεται. Αυτή είναι η πικρή αλήθεια της ιστορίας. Η ιστορία και η φιλοσοφία είναι ένα και το αυτό αδιάσπαστα.

Ο διαχωρισμός τους από τον διαφωτισμό και μετά, για χρηστικούς λόγους ευκολίας και εξειδίκευσης, αλλά κυρίως για την νέα λογική και νοοτροπία που αναδυόταν, ήταν η αρχή μιας τραγικής γνωσιακής συνέπειας για τον άνθρωπο που πληρώνει διαρκώς μέχρι τώρα.

Ο Ουίλιαμ Γέητς επικυρώνει κι αυτός για το τότε λέγοντας:
΄΄Είναι ωσάν ο μύθος και τον γεγονός, που παρέμεναν ενωμένα μέχρι την εκπνοή της αναγέννησης, να έχουν απομακρυνθεί πλέον τόσο πολύ ώστε ο άνθρωπος για πρώτη φορά να κατανοεί την ακαμψία του γεγονότος, και εξ αιτίας αυτής ακριβώς της παραδοχής, καλεί στα όπλα τον μύθο.΄΄
Richard Ellman: Τζέημς Τζόυς (σελίς 702, στην υποσημείωση)

Σήμερα δε πιά , με τις απαιτήσεις μιάς εργαλειακής γνώσης, μιάς γνώσης οικονομικής και μόνο, ο κάθε υποψήφιος σε μια σχολή που επιλέγει μαζί με άλλες στο μηχανογραφικό του δελτίο, για μια επαγγελματική αποκατάσταση μέσω σπουδών ιστορίας στο πανεπιστήμιο, δεν πρόκειται να συναντηθεί ποτέ με την ιστορία, την φιλοσοφία της και την στοχαστική σκέψη που απαιτεί αυτή. Θα μεταφέρει απλώς ως συνεπής μεταφραστής, αυτά που διάβασε μόνο και του δίδαξαν ανάλογοι με αυτόν προηγηθέντες φοιτητές.

Γιατί η ιστορία για την οποία μιλάμε εδώ, δεν είναι η εύκολη επιστημονική ιστορία των χημικών ενώσεων, των κβάντων ή των δεσοξυριβονουκλεινικών οξέων της φυσικοχημείας και της βιολογίας, χωρίς μύθους και θρύλους, αλλά μιας αδικαίωτης και στοιχειωμένης γνώσης των ανθρώπων, που φυλακίζεται στα τάρταρα της σιωπής μιας πολιτείας. Εδώ πρόκειται για ολόκληρο τον κόσμο του ανθρώπου, των κοινωνιών του, της φύση του, της ψυχολογίας του και της εσώτερης δομής του σαν έλλογο ον.

Ανεκτίμητη η προσφορά του μύθου. Η επιστήμη της ιστορίας, δεν μπορεί να κρατηθεί ούτε ένα ιστορικό λεπτό από μόνη της. Μάλιστα ως ατόφια επιστημονική αυστηρή πράξη αλήθειας, καλουπωμένη όπως την φαντάζονται, είναι κάτι πιο ουτοπικό και από την ίδια την ουτοπία.

Εκεί όμως που κάνει την εμφάνησή του το φαινόμενο πιο απειλητικά και επιδεινώνει ραγδαία την ήδη υπάρχουσα κατάσταση της λογικής της γραφής της ιστορίας, είναι στο τέλος περίπου του προηγούμενου αιώνα, όταν οι άλλες τεχνολογικές επιστήμες ανακαλύπτουν την προηγμένη αποτύπωση. Την πλήρη πια και εύκολη αποτύπωση, της πραγματικότητας μέσω της καταγραφής του ήχου και της εικόνας. Φωτογραφίες, μαγνητόφωνα, κάμερες υπολογιστές κ.λ.π. Τότε αρχίζει να παίρνει διαστάσεις επιδημίας αυτό το φαινόμενο της ακούραστης και βολευτικής διαφυγής των ιστορικών στα έτοιμα και εύκολα ΄΄πειστήρια΄΄ και στα ΄΄ντοκουμέντα΄΄ της ανώδυνης έρευνας εκτός σκέψης.

Εκεί αναδύεται η μεγάλη απάτη, η αυτοεξαπάτησή μας δηλαδή, χωρίς δόλο πάντα και με καλή διάθεση να προσθέσω, εκεί αποπλανάται ο ιστορικός άνθρωπος σήμερα, όπως όλη η κοινωνία εξ άλλου. Είναι εκεί και τότε που κραυγάζει σιγουρότατος μέσα στην παρανόησή του ΄΄μα έχω ντοκουμέντα, έχω μαγνητοφωνήσει το γεγονός, έχω φωτογραφίσει ή βιντεοσκοπήσει τη σκηνή κ.λ.π.΄΄

Καλό είναι να μάθει από τους μελετημένους σκηνοθέτες και κινηματογραφιστές, σε τι εξαπάτηση έχει περιπέσει. Στα τρυκ της αποτύπωσης, στην απάτη της τεχνολογίας. Γιατί αυτά είναι ένας μονταρισμένος κόσμος. Αυτοί ξέρουν καλλίτερα.
Η επιστήμη σήμερα κατακρατεί με την τεχνολογία της την μνήμη. Και αυτό είναι σημαντικό. Όμως δεν φτάνει. Αυτό που διεισδύει στα γεγονότα και τα φωτίζει είναι ο μύθος.

Ο άνθρωπος δεν μπορεί να ζήσει χωρίς τον μύθο. Για να κατανοηθεί καλλίτερα να ρωτήσω κάτι πασίγνωστο. Μήπως ο έρωτας δεν είναι ένας πεντακάθαρος ατομικός μύθος; Ή μήπως οι φιλίες δεν μυθοποιούν τον εαυτό τους; Ο φαινομενικά άσχετος φετιχισμός κάθε μορφής, δεν είναι και αυτός μια καθαρή μορφή μύθου; Ένα παράλογο δέσιμο με αντικείμενα άψυχα. Που από πίσω όμως από αυτό το παράλογο ξετυλίγεται και κρύβεται όλη η πραγματικότητα, η λογική και η καταπιεσμένη αλήθεια του κάθε ανθρώπου.

Η φιλοσοφική κατανόηση της ιστορίας, είναι η κατανόηση του μύθου. Αυτό είναι που χρειάζεται να συλλάβουμε.

Σάββατο 27 Οκτωβρίου 2007

Περί βλακείας

Τα έχετε βάλει όλοι με τους βλάκες. Εσείς όμως δεν ξέρετε πόσο δύσκολο πράγμα είναι να δώσεις να καταλάβει ένας έξυπνος άνθρωπος. Πιο δύσκολο από ότι στον βλάκα. Ακατόρθωτο θα έλεγα. Και αυτό σας διέφυγε ολωσδιόλου. Ως έξυπνοι αναγνώστες δεν το αντιλαμβάνεσθε. Γιαυτό δεν φταίτε!
Πάρτε για παράδειγμα τους τετραπέρατους αστέρες τη τηλεοράσεως, που κάνουν τόσο κακό, όσο όλοι μαζί οι βλάκες της χώρας.
Ή τις πανέξυπνες συντεχνίες που κάνουν απίστευτα πιο κακό στην κοινωνία, από ότι όλοι οι βλάκες του κόσμου μαζί. Που κλεισμένες σε απόρθητα γραφεία, συνωμοτούν διαρκώς κατά του ανθρώπου.

Μας διέφυγε ότι η εξυπνάδα έχει ένα υπέρογκο κόστος που το πληρώνουμε όλοι.
Και αυτή την σημείωση νομίζω πρέπει επί τέλους να την συμπεριλάβουμε στο ανθρώπινο στοχασμό.

Και ούτε μπορούμε πλέον να συνεχίσουμε να παίζουμε με τις λέξεις, διεθνώς και σε όλες τις γλώσσες του πλανήτη, κατασκευάζοντας υποκριτικά μια διαφορά τάχα μεταξύ έξυπνου(καλού) και πονηρού(κακού).

Μέχρι και ο Αϊνστάιν, ο μεγαλοφυής αυτός πραγματικός μύθος της επιστήμης, καταφέρεται μονομερώς κατά της ανθρώπινης βλακείας με ένα απελπισμένο αντιληπτικό τρόπο, μακράν του Ιωνικού στοχασμού, που έβλεπε αυτά τα δύο ως τα αντίθετα που ισορροπούν τον Κόσμο, ως τις όψεις του ίδιου νομίσματος, μη μπορώντας να εξηγήσει το φαινόμενο, και μη υποπτευόμενος τότε ακόμη το κόστος της ευφυΐας που θα προέκυπτε για τον άνθρωπο.

Αυτό το αντιλαμβανόμαστε πλήρως, αν φανταστούμε τον εφιάλτη ενός κόσμου μόνο ευφυών ή μόνο βλακών. Είμαστε παιδιά του ίδιου κόσμου και πρέπει να ζήσουμε όλοι. Με τις τριβές και τις αντιθέσεις που δημιουργούν οι δυο πλευρές. Αυτό είναι μόνο.

Η εξυπνάδα πληρωνόταν πάντα πολύ ακριβά. Όχι μόνο από τους εργοδότες, αλλά κυρίως από τους αφελείς και τους βλάκες του πλανήτη. Ο φόρος για αυτούς όταν δεν ήταν η καταδίκη τους από την ευφυΐα σε μια οικονομική και κοινωνική μιζέρια, ήταν η ίδια η ζωή τους όπως σήμερα στην Αφρική και τον τρίτο κόσμο.

Ξέρετε πόσο όμορφο είναι να κάνεις παρέα με ένα αφελή. Με ένα βλάκα που λέτε και εσείς. Ξανασυναντάς τη ζωή αδολίευτη. Σε ξανανιώνει. Σε επαναφέρει στον χαμένο χρόνο της γλυκιάς ανεμελιάς. Τότε που έζησες αφύλακτος. και ανέμελος. Που ο κόσμος ξαναγίνεται μαγικός, γεμάτος ελπίδα και άπειρη όρεξη να τον ζήσεις.

Βρισκόμαστε ακόμη στις απλουστευτικές απαντήσεις της ζωής μας.
Αντίθετα, θα πρέπει να ανεχτούμε την εξυπνάδα, όπως μάθαμε να ανεχόμαστε την βλακεία, και όχι να την ανεβάζουμε στη στέγη του κόσμου. Γιατί στις εποχές μας, ο κόσμος ανισορροπεί ακριβώς λόγω της πρώτης και εξ αιτίας αυτής.

Δευτέρα 22 Οκτωβρίου 2007

Περί έξυπνων και ευφυών

Ο δρόμος προς την καταστροφή περνάει μέσα από την ευφυΐα.

Η τυφλή πριμοδότηση της ευφυΐας, ως αποκλειστικής λύσης όλων ανεξαιρέτως των προβλημάτων του, προκειμένου να γλιτώσει από την βλακεία που του τα προκαλούσε όπως πίστευε, δηλαδή την φτώχεια και την βία, οδήγησε σιγά-σιγά τον άνθρωπο μέσα στους αιώνες και τις χιλιετίες, σε ένα αδιανόητο επιστημονικό ρατσισμό υπέρ των ευφυών, όπου νομιμοποιούσε την λογική των διακρίσεων λόγω εξυπνάδας τώρα, αντί δύναμης και βίας όπως έκανε παλιά η βλακεία.
Αδιανόητο δε, γιατί αυτή η λογική υπέβοσκε μεν, αλλά εσφραγίσθη επίσημα πλέον πριν τρεις αιώνες από μια ανεπαρκή διανόηση και επιστήμη, και πριμοδοτήθηκε τυφλά έως σήμερα.

Αποτέλεσμα, στον νέο κόσμο που ανέτειλε, η ευφυΐα να γίνει πολύ πιο βίαιη από την βλακεία ως πιο έξυπνη και να πάρει την θέση της ανόητης βλακείας, ενώ η φτώχεια και η ανέχεια των ανθρώπων να πάρουν ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις παρά την θεαματική αύξηση κάθε είδους παραγωγής και αγαθών.

Δημιούργησαν μια ταξικότητα για το πνεύμα και την σκέψη του ανθρώπου, λες και επρόκειτο για τελείως άλλο είδος πνευματικά, με κοινή μόνο την μορφή των δυο αυτών λογικών όντων, κάτι σαν τον Erectus και τον Homo Sapiens. Μια πνευματική ταξικότητα που έμελλε να κατακυριαρχίσει στο ανθρώπινο είδος, και επί πλέον να χρησιμοποιηθεί ως επιχείρημα για την κακομεταχείριση και την εξαπάτηση των μη ευφυών. Ο έξυπνος πλέον κοροϊδεύει, εξαπατά και χειραγωγεί νόμιμα πια τους ανθρώπους, ως κάτι το φυσικό, όπως η βροχή, το κρύο ή η ζέστη.

Έτσι μεταπηδάει στον χώρο της εξουσίας. Στον χώρο της επιστήμης βρίσκει την αποθέωση του εκτοπίζοντας τους παλιούς θεούς, μόνο και μόνο για να πάρει την θέση τους, αδιαφορώντας για την ύπαρξή τους ή μη, ως επιστημονική και φιλοσοφική αναζήτηση και διερεύνηση, βολευόμενος μάλιστα απόλυτα με την μεταφυσική παρανόηση και την αγωνία των βλακών, αφού πλέον θα την εισπράττει αυτός.

Το χειρότερο, νομιμοποίησε απόλυτα αυτή την λογική μεταξύ των πολιτών, στον ατομικό, οικογενειακό και κοινωνικό χώρο και βέβαια στην πολιτική πρακτική και την καθημερινότητα.

Αποτέλεσμα οι γονείς κρυφά ή φανερά, συνειδητά ή ασυνείδητα, να καμαρώνουν, να εκθειάζουν στο περιβάλλον τους, και να χαίρονται για το έξυπνο παιδί τους, αρκούμενοι να αγαπάνε χωρίς ενθουσιασμό το χαζό ή λιγότερο έξυπνο παιδί τους.

Έτσι το μοναδικό επιχείρημα στο τέλος όλων των συζητήσεων του, όλων των προβληματισμών του και όλων των σχεδιασμών του, κατέληξε να είναι, ότι είναι πιο έξυπνος από τους άλλους και άρα δικαιούται περισσότερα αντικειμενικά και δικαιολογημένα. Για την ακρίβεια όμως, δικαιούται τα πάντα και μόνο χάριν της μεγαλοψυχίας του και της βαθιάς ανθρωπιάς του, θα παραχωρεί ελεηματικά και ευεργετικά κάτι μικρό από τα προϊόντα και τα δημιουργήματα της ευφυίας του, για να επιβιώσουν οι βλάκες, οι ανίκανοι και οι τεμπέληδες, όπως επίσης ευφυώς πρόσθεσε αργότερα. Έφτιαξε και έναν υποκριτικό μηχανισμό αλτρουισμού την Unesco, να στέλνει ρύζι και σούπες στο τρίτο κόσμο, για να πεθαίνουν λίγο λιγότεροι βλάκες από την πείνα.

Στον βωμό της ευφυίας όλες ανεξαιρέτως οι άλλες αξίες, έρωτας, δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, ελευθερία, ισότητα των ανθρώπων, δικαιώματα ατομικά και συλλογικά ατρόφησαν ώσπου καταργήθηκαν υπέρ των ευφυών και παρέμειναν μόνο στον ρητορικό λόγο ως άλλοθι ή προπαγάνδα.

Δημιούργησε έτσι το παγκόσμιο και τα τοπικά κλαμπ των έξυπνων. Οι απανταχού έξυπνοι έτρεξαν να συμπεριληφθούν σε αυτό το κλαμπ ΄΄για να μην πάνε χαμένοι΄΄ και φυσικά να θέσουν τα προϊόντα της ευφυίας τους, στην υπηρεσία του πιο εγκληματικού εγχειρήματος που έγινε ποτέ εις βάρος του συνόλου της ανθρωπότητας.
Διαμορφώσαμε έτσι ένα ον με αστείρευτη ευφυΐα που σκεφτόταν, επιστημόνιζε και πανεπηστημιολογούσε χωρίς ποτέ να στοχάζεται.

Ξέχασε όμως ότι η βλακεία είναι φυσικό δικαίωμα όπως ακριβώς και η ευφυΐα Αλλά από την πρώτη δεν κινδύνευσε ποτέ ο πλανήτης παρά μερικά, περιφερειακά και αναστρέψιμα, ενώ από την δεύτερη ολικά και τελικά.

Τετάρτη 17 Οκτωβρίου 2007

Οι μεγάλοι φυσικοί

Οι μεγάλοι φυσικοί κάποια στιγμή της γνωσιακής τους διαδρομής, συναντιούνται με την φιλοσοφία, θέλγονται από αυτήν αλλά δεν μπορούν να την καταλάβουν. Νομίζουν άλλα για αυτήν.
Έτσι την εκλαμβάνουν συνχισμένα ως γλωσσολογία, ως καλή λογοτεχνία, ως πάθος ή έρωτα και τέχνη, και πιο συνήθως ως μια καλή συζήτηση ΄΄με ολίγην θεολογία΄΄.
Στην καλλίτερη των περιπτώσεων την νιώθουν ως μια χορταστική και γευστική βραδιά.

Αυτό που τους απαγορεύει η γνωσιακή διαμόρφωση του εγκεφάλου τους, είναι να την καταλάβουν ως άρνηση, ως είναι. Ως διατήρηση του κόσμου, της φύσης και της κοινωνίας. Κάτι τέτοιο είναι ακατανόητο για αυτούς, διότι οι ίδιοι βρίσκονται από την άλλη πλευρά

Παρασκευή 12 Οκτωβρίου 2007

Φιλία ή μασονία;

Το πιο παρανοημένο θέμα στις σχέσεις των ανθρώπων. Το πιο στρεβλωμένο και συκοφαντημένο.

Η φιλία χρειάζεται το κριτικό πνεύμα στον κόρφο της για να υπάρξει. Οπωσδήποτε μάλιστα.
Έτσι δοκιμάζει την αυθεντικότητά της και την αντοχή της στον χρόνο.

Αλλιώς δεν έχει κανένα νόημα. Καταλήγει αργά ή γρήγορα σε καθαρή μασονία. Σε μια τυφλή αλληλοϋποστήριξη αναγκών, επιθυμιών ή στενών προσωπικών συμφερόντων τελικά, έξω από το κοινωνικό και κατά κανόνα εις βάρος του συνόλου.
Ή στην καλλίτερη περίπτωση, σε δυό κακούς δεινότατους ψυχαναλυτές σε εναλλασσόμενους ρόλους, που περιμένουν μια άδικη ψυχολογική ή ηθική στήριξη όταν την χρειάζονται.

Γιατί φιλία έχουν και οι μαφιόζοι και οι επιχειρηματίες μεταξύ τους.
Η φιλία δρα κυρίως σαν την μασονία στις σχέσεις των ανθρώπων.
Στο τέλος καταλήγουν σαν τους πιστούς, που εξομολογούνται κρυφά από τους συνανθρώπους τους τις παραβατικότητές τους στο θεό. Μια ελογοποιημένη σχιζοφρένεια. Κάτι βέβαια που δεν έχει την παραμικρή σημασία για τους άλλους και την κοινωνία.

Γιατί η φιλία χρειάζεται το δημόσιο προ πάντων κρητικό πνεύμα μέσα της. Τότε μόνο έχει αξία. Τότε ορθώνεται σαν κορυφαία οδηγητική πράξη των ανθρώπων και πρότυπο σε μια κοινωνία, όπου το ατομικό και το συλλογικό είναι αναπόσπαστα το ένα από το άλλο.
Οι φίλοι δεν μπορεί να επαληθεύουν ο ένας τον άλλο σε ένα κρυφό και απομονωμένο δυαδικό σύστημα.

Κυριακή 7 Οκτωβρίου 2007

Περί διαλόγου

Όποιος δεν μπορεί να συζητήσει με τον εαυτό του, δεν μπορεί να συζητήσει με κανένα.

Στην πραγματικότητα οι άνθρωποι πεθαίνουν χωρίς ποτέ να αποπειραθούν αυτόν τον διάλογο.

Όλοι οι άλλοι διάλογοι είναι καταδικασμένοι σε αποτυχία ως ψευδείς, ως μιμήσεις ενός απωθημένου διαλόγου που δεν επιχειρήθηκε ποτέ.
Ή είναι πολιτικοί ή είναι κοινωνικοί ή διαπροσωπικοί και φιλικοί.

Γιατί ο διάλογος υπάρχει μόνο μέσα μας και πουθενά αλλού.

Εκεί πάει κανείς χωρίς επιχειρήματα.
Χωρίς προαποφασισμένες δικαιολογήσεις του εαυτού, αφήνοντας πίσω του τις σοφιστείες.

Εκεί γεννιέται ο φιλοσοφικός άνθρωπος που ξεκινάει με την αποδοχή της παραβατικότητας μας απέναντι στο κοινωνικό και τα ατομικά συμβόλαια που καταπατήσαμε ως καπάτσοι ή δυνατοί. Εκεί συναντιέσαι με το ΄΄δεν έχω δίκαιο΄΄. Είναι τότε που η ζωή επανέρχεται στη ζωή.

Αντί αυτού πεθαίνουμε άθλιοι και δυστυχείς ζητώντας κρυφά συγχώρεση από κάποιο ον. Κάνοντας ανέξοδα ΄΄διάλογο μαζί του΄΄.