Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2008

Περί τύπου

Κάθε συντεχνία το πρώτο που κάνει μόλις δημιουργηθεί
είναι να κατασκευάσει τα επιχειρήματα της.
Να είναι έτοιμη να δικαιολογηθεί
όταν αρχίσουν οι διαμαρτυρίες και οι αντιδράσεις της κοινωνίας
για αυτό που είναι και για αυτά που κάνει.

΄΄Προτιμώ έναν κίτρινο από έναν φιμωμένο τύπο΄΄
Με την φράση αυτή συνήθως προσπαθούν να δικαιολογηθούν οι άνθρωποι του τύπου για τον κιτρινισμό τους.
·
Αυτό που καμώνονται πως δεν γνωρίζουν, είναι πως ένας κίτρινος τύπος είναι ο πιο φιμωμένος τύπος. Γιατί δεν έχει κανένα λόγο να είναι φιμωμένος, όταν δεν είναι φιμωμένος. Όταν δεν υπάρχει δικτατορία δηλαδή.
Να λέει και να δείχνει αστειάκια, σκανδαλάκια και πιπεράτες ελευθεροστομίες του ιδιωτικού βίου, όταν η ελληνική κοινωνία είναι βουτηγμένη στις μεγαλύτερες αδικίες από πολύ παλιά, και ο υπόλοιπος κόσμος στενάζει σήμερα από πείνα, φτώχεια και αρρώστιες, και σπαράσσεται από αντιθέσεις και συγκρούσεις. Σκιαμαχούν δε λεονταρίζοντας εκ του ασφαλούς κατά καιρούς, με επιθέσεις και αλαλαγμούς επιτυχίας κατά τριτευόντων στόχων και αδικημάτων, υποκρινόμενοι έτσι τα παλικάρια.
Αυτό είναι ο κιτρινισμός, αυτό είναι και η φίμωση συγχρόνως
·
Επί πλέον δεν πρέπει να διαφεύγει, ότι με αυτό το κατασκευασμένο και ψευδές δίλημμα, απειλούν κι από πάνω τους πολίτες να μην ζητάνε πολλά-πολλά, στέλνοντας συνειρμικά τις μνήμες και το συλλογικό υποσυνείδητο του Λαού στις τραγικότερες συγκρίσεις της πρόσφατης ιστορίας μας, με χούντες, απαγορεύσεις και φυλακές. Λες και δεν υπάρχει άλλη επιλογή, παρά οι χούντες από την μια και ο κιτρινισμός και η χειραγώγηση των πολιτών από την άλλη.
·
Αλλά πάνω από όλα ο κιτρινισμός σημαίνει αυτοφίμωση. Το πιο ταπεινωτικό και δουλοπρεπές για τον καθένα μας ή είναι δημοσιογράφος ή είναι πολίτης.
Και αυτοφίμωση σημαίνει, τον πιο υποτακτικό καριερισμό. Εξαιρετικά υπερελάχιστοι γλιτώνουν από αυτόν τον κανόνα.

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2008

Ο μπερές

Ο δρόμος προς την ελευθερία περνάει πρώτα από την φάρσα της, μπερδεύεται και μένει εκεί.
Η ελευθεριότητα καταβροχθίζει στο τέλος τα πάντα.
Ανθρώπους, κόμματα, ιδεολογίες, νεολαίες, θρησκείες, επιστήμες.
·
Ο μπερές του Κομαντάντε φοριέται απεγνωσμένα στις φωτοσκότεινες λεωφόρους της εποχής μου. Όσο πιο δουλοποιείται κανείς, τόσο πιο απελπισμένα τον χρησιμοποιεί.
Χαλκευμένα σύμβολα μιας προσωπικής εξέγερσης που δεν αποτολμήθηκε ποτέ. Οι άθλιοι ψωμιά και επαναστάσεις ονειρεύονται.

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Δημόσιο καθαρτήριο

Ο δημόσιος αυτοσαρκασμός, είναι το ξέπλυμα του εαυτού μας. Και μάλιστα από εμάς τους ίδιους.! Τι θράσος! Ανεστραμμένος ως προτέρημα κιόλας, ως αυτοκριτική τάχα. Και δεν το πήρε είδηση κανείς. Τι παραλλαγή, τι τέλεια κάλυψη!
Τι γίνεται στα πονηρά μυαλά μας; Τι οντολογική περίπτωση είμαστε σαν είδος.
Έτσι κατόρθωσε για έναν αιώνα τουλάχιστον, να νομιμοποιεί τα χειρότερά μας, αρκεί να τα σαρκάζουμε δημόσια και έτσι να τα κάνουμε αποδεκτά. Αυτό έλεγε η νέα συνταγή. Χωρίς να πάρουν είδηση οι άλλοι για αυτήν την πράξη μας. Δημόσιο καθαρτήριο. Η πιο πονηρή εξομολόγηση που σκαρφιστήκαμε ποτέ. Τι απάτη! Η μέγιστη!
Στο τέλος νομιμοποιούνται όλα, και γίνονται και γουστόζικα! Οι δε ΄΄ειδικοί΄΄ στο χώρο της σημειολογίας και της ανάλυσης, του αποδίδουν και στυλ. Τα έχετε διαβάσει ή ακούσει αυτά τα βλακώδη πιστεύω από συγγραφείς επώνυμους ή ψευδώνυμους, όπως και καλλιτέχνες.

΄΄Ναι μεν ήταν ένα κτήνος, αλλά είχε στυλ. Να φαντασθείτε, πριν από κάθε εκτέλεση ο δήμιος Αρμάντο, ιεροτελεστούσε την πράξη του. Καθόταν απέναντι από τον ετοιμοθάνατο χωρίς ποτέ να τον κοιτάει στα μάτια, του άνοιγε ο υπηρέτης του ένα κόκκινο πάντα καλό κρασί, άναβε με μια ακαταμάχητη επιδεξιότητα την πίπα του, μύριζε ηδονικά τον φελλό, και ύστερα έβαζε αργά-αργά σε φίνο κολονάτο κρύσταλλο τον μέλαινα ζωμό του. Ήταν ένα πράγματι γοητευτικό θέαμα, σε σημείο που πολλές φορές ο μελλοθάνατος παρασυρόταν ευχάριστα και ξεχνούσε τον λόγο για τον οποίο βρισκόταν εκεί. Η μεθοδικότητα, η σιγουριά και η φυσιολογικότητα του Αρμάνδο, έκανε το θύμα να νομίζει ότι έβλεπε όνειρο. Ο ίδιος τα βράδια στο σαλέ του Κομπέρ που σύχναζε, συνήθιζε να λέει με εκείνο το αριστοκρατικό του ύφος, ότι μισούσε τον εαυτό του εκείνες τις στιγμές και τον κατακεραύνωνε με τα χειρότερα επίθετα που είχε μάθει. Όμως ήταν το πάθος του και το ήξερε. Ο φόνος των άλλων από τα χέρια του, ήταν μια ακατανίκητη επιθυμία μέσα του. Συνωμοσία του σύμπαντος απέναντι του. Πολλές φορές όταν μεθυσμένος πια έβαζε τα κλάματα και ξεσπούσε, οι άλλοι τον βλέπαν με συμπάθεια και τον κερνούσαν ένα τελευταίο, χτυπώντας τον φιλικά στην πλάτη. Έφτανε τότε να βλέπει με συμπάθεια τον εαυτό του, για τα τέρατα που είχε κληρονομήσει από την ζωή του.΄΄

Και δεν αναφέρομαι και δεν συμπεριλαμβάνω βέβαια σε αυτό, τα μικροπταίσματα και τις μικροπαραβάσεις μας, όπως και τα λάθη μας. Αλλά μόνο τα μεγάλα
Γιατί δεν πρόκειται για μια προσωπική ιδιωτική εκμυστήρευση σε κάποιον φίλο, να βγει το βάρος από πάνω μας, να αλαφρώσει ΄΄η ψυχή μας΄΄. Αλλά δημόσια!
Γιατί, ως στοιχείο αυτοκάθαρσης, ως ανάγκη κριτικής, μετάνοιας ή εσωτερικής συντριβής που βγαίνει προς τα έξω και ιαίνει τον συγγραφέα και τους αποδέκτες ή τα θύματα των πράξεών μας, λειτούργησε ελάχιστο, στους πρώτους που ένιωσαν ειλικρινή αυτήν την ανάγκη. Μόλις όμως ο δόλος πήρε είδηση ότι μπορεί έτσι να ωραιοποιήσει και να απάλειψη τα εγκλήματά του, έγινε εξαιρετικό εργαλείο στα πολεμοφόδια του σοφιστή.
Γιατί το ερώτημα πιο ώριμο τώρα από την απάτη του δόλου, καταλήγει πλέον : και επειδή μας ομολόγησες δημόσια και αυτοσαρκαστικά, λογοτεχνικά και με στυλ τα εγκλήματά σου, σημαίνει ότι διέφυγες τον νόμο; Μα αυτό είναι πολύ βολικό, να το μάθουμε καλλίτερα να το κάνουμε και εμείς. Έτσι θα καταργήσουμε και τα έξοδα της πανάκριβης δικαιοσύνης. Πράγματι για γέλια είναι.

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2008

Ξέφρενη αφθονία

Τι κοινωνίες είναι αυτές χωρίς τσαγκάρη. Δεν το καταλαβαίνω.
Μόνο αυτοκτονικές κοινωνίες κάνουν κάτι τέτοιο.
Εξ άλλου, το σόλιασμα των παπουτσιών, είναι ακίνδυνο, υγιεινό και δεν ρυπαίνει το πνεύμα και την συνείδησή μας. Και κυρίως επιμηκύνει τον χρόνο της φύσης και τον δικό μας, και τον επαναφέρει στις φυσιολογικές του ταχύτητες.

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

Κοιτώντας από το ύστερα

Νιώθω κάποιες στιγμές, σαν τον κώνο φωτός του μέλλοντος που βλέπει από μακριά το παρόν. Από ένα πιο μέλλον, τα μικρομέλλοντα που έρχονται προς εμένα.
Όλες λέει, οι χιλιάδες επιθυμίες μας, θα αντικατασταθούν όσο περνάει ο αφόρητος αυτός καιρός, από μια μόνο γιγαντωμένη, που θα έχει ρουφήξει όλες τις άλλες, και στερνά θα φτάσει να ρουφήξει ακόμα και τις φυσικές μας ανάγκες, και τέλος και αυτά τα ανίκητα ένστικτα μας, και όλα αυτά μαζί και ότι άλλο απομείνει, θα τα αλέσει και θα τα κάνει μια μόνο υποβόγγουσα επιθυμία, τον φόνο.
Όπως φαίνεται καθαρά από αυτό το ξάγναντο του σύμπαντος, ο καθένας θα χαίρεται με τον θάνατο του καθενός, γνωστών και αγνώστων, ή τον προκαλεί αυτός ή οι άλλοι, γιατί αυτή η υποβόγγουσα χαρά μέσα του θα τον εξουσιάζει απόλυτα. Μέσα της, θα αρχίσει να καταλαβαίνει όσο περνάει ο καιρός, ότι είναι γραμμένα όλα τα λύματα της φυλής του μαζί με τα δικά του.
Είναι τότε που θα προσπαθεί να σώσει το σύμπαν από το κέρδος εξοντώνοντας το είδος του.

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

Η αγωνία της ζωής

Επιμένω ακόμη περισσότερο τώρα, καθώς βλέπω τον κόσμο στην εποχή μου να συντρίβεται από περισσότερους πολέμους, περισσότερη πείνα, περισσότερες ψυχικές αρρώστιες, περισσότερη δυστυχία και αδικία, εν μέσω υπεραφθονίας και απίστευτης τεχνολογικής ανάπτυξης.
Η αγωνία για την ζωή είναι ο πρωταγωνιστής, και όχι η πολυτέλεια της μεταφυσικής αγωνίας, της μεταθανάτιας ζωής. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν, όχι να πεθάνουν. Να πεθάνει κανείς σήμερα είναι πολύ εύκολο. Να ζήσει έγινε αδύνατο.