Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2008

Ισηγορία

Αλλά πάμε στην ουσία της μακραίωνης και χιλιόχρονης αυτής ιστορίας του λόγου.
Στην ίδια την δομή της δημοκρατίας και της σκέψης της.
·
Θα προσέξατε, ίσως και όχι, ότι οι θεμελιωτές των αρχών και των κανόνων του λόγου, που συναπορέουν από τις αρχές των ίσων ανθρωπίνων δικαιωμάτων, δεν ομιλούν καθόλου για ελευθερία λόγου. Περίεργο αυτό για την δική μας οξυμένη όπως νομίζουμε αντίληψη και σκέψη. Γιατί έχουν καταλάβει ότι είναι ψευδής. Είναι μια καλοστημένη απάτη. Είναι μια εκπτωμένη κατάσταση, λίγα ψίχουλα λόγου δηλαδή, και αυτά μόνο με τον έλεγχο, όποτε και όταν αυτοί κρίνουν και επιτρέπουν.
·
Αυτά οι αρχαίοι αθηναίοι τα γνωρίζουν άριστα. Ομιλούν για ισηγορία.
Αυτή μόνο θεωρούν ελευθερία του λόγου. Ελευθερία του λόγου χωρίς ισηγορία όπως κόπτονται οι δημοσιογράφοι και το σωματείο τους, είναι μια καθαρή ανελευθερία του λόγου. Μια καλομελετημένη φίμωση των πολιτών.
Έκαναν τον ανθρώπινο λόγο επάγγελμα τους. Και η ΄΄δουλειά΄΄ τους είναι να μιλουν δημόσια μαζί με τους πολιτικούς, τους οικονομικούς παράγοντες και τους παντοειδείς ειδικούς εκ μέρους μας. Χωρίς ποτέ να τους έχουμε εξουσιοδοτήσει ή ψηφίσει, όπως τουλάχιστον τους πολιτικούς. Πληρώνονται για να μιλάνε αντί για μας.
Οι πολίτες δεν υπάρχουν στην κυριολεξία. Είναι άφωνοι ως να βρίσκονται στον πάτο της θάλασσας. Η ισηγορία για αυτούς είναι ο χειρότερος εχθρός τους. Μανιάζουν στo άκουσμά της. Και αν τολμήσουμε να διαμαρτυρηθούμε κάποτε, μας απαντάνε δημόσια μπροστά σε όλον τον κόσμο και μας εξευτελίζουν μεταξύ μας για το λάθος μας, λέγοντας μας: εσείς ψηφίσατε αυτή την κυβέρνηση και το πρόγραμμά της ή μα μίλησαν οι εκπρόσωποί σας, δεν τους ακούσατε.
Αυτοί και μόνο θα μιλούν εκ μέρους μας και θα μας υπερασπίζονται ή θα μας κατακεραυνώνουν όποτε αυτοί κρίνουν. Η ιδιωτικοποίηση του ανθρώπινου λόγου.
Η πολιτική ως επάγγελμα του Μαξ Βέμπερ από τους πολιτικούς, έγινε τώρα, η ομιλία ως επάγγελμα από τους δημοσιογράφους.
·
Είναι τερατώδες και καλά κρυμμένο μέσα στην σύνχηση και τις φωνασκίες.
Και αν μιλάμε για εφημερίδες και τύπο τότε έχει καλώς.
Αλλά η τηλεόραση, ο αέρας και τα ερτζιανά, είναι πιο ζωτικός και πιο εθνικός χώρος, και από τις περίφημες βραχονησίδες και τα ίδια τα σύνορα μας. Η δημόσια ομιλία, είναι η ίδια η ανάσα μας.
Καταλαβαίνετε σε τι αριστοτεχνική απάτη έχουμε εμπλακεί γιαυτό και είμαστε άφατοι και άφωνοι. Ότι θέλουν μας λένε και ότι θέλουν ακούμε και βλέπουμε. Αυτό κι αν είναι καθαρός φασισμός με χαμόγελα τηλεπαρουσιαστών.
·
Σκεφτείτε τούτο, ολόκληρη η Γ.Σ.Ε.Ε δεν έχει φωνή. Δεν έχει ένα τηλεοπτικό ή ραδιοφωνικό σταθμό. Ζητιανεύει να την φιλοξενούν κάθε τόσο στα κανάλια, που τα έχουν όλα οι εργοδότες τους.

Τετάρτη 6 Φεβρουαρίου 2008

Λογοκρισία

Αυτό που βρίσκεται έξω από την νοητική τους, είναι πως η λογοκρισία είναι εγγενές στοιχείο του ανθρώπινου λόγου. Είναι το μεγαλείο της σκέψης. Λογοκρισία σημαίνει : κρίνω τον λόγο του άλλου και μόνο αυτό. Πάνω σε αυτή την λογοκρισία ανδρώθηκε το θαύμα της αθηναϊκής δημοκρατίας.
·
Ένας υγιής εγκέφαλος θέλει να τον λογοκρίνουν διαρκώς. Αυτή είναι η φυσιολογία της σκέψης μας. Αλλιώς ο λόγος του είναι ένας μονόλογος του ερημίτη. Ένας λόγος χωρίς επιστροφή. Χωρίς απάντηση. Χωρίς ανταπάντηση και αντεπιστέλλον. Μιζερεύει η σκέψη του, ατροφεί, και αν συνεχιστεί αυτό για πολύ στο τέλος τρελαίνεται.
·
Και δεν σημαίνει βέβαια το παρανοηματοποιημένο και παραχαραγμένο μέσα στον χρόνο και στην ιστορία της γλώσσας, αυτό που εννοούν σήμερα και με το οποίο μας απειλούν οι δημοσιογράφοι, οι πολιτικοί, οι εκδότες, οι οικονομικές ελίτ ή οι χούντες πιο παλιά ΄΄σου απαγορεύω να μιλάς΄΄. Αυτό ακριβώς είναι το δικό τους κατασκεύασμα. Η απαγόρευση. Γιατί δεν θέλουν να ακούν. Αρνητικοποίησαν νοηματικά την έννοια της λογοκρισίας, από θετική και πεμπτουσία του ανθρώπινου λόγου, στο αντίθετό της, σε πολιτικό ανάθεμα έως ποινικό αδίκημα.
·
Να μην απαντάει κανείς στα θέσφατά τους. Να μην αναφέρεται και να μην λογοκρίνει κανείς. Να μην απαντάει δηλαδή στα εγκλήματα της εξουσίας που προστατεύουν. Παρά μόνο στημένοι και ήδη γερά αυτοφιμωμένοι καλοί συνάδελφοι, οι οποίοι θα φυσιολογικοποιούν και έτσι θα νομιμοποιούν την κλοπή και την κομπίνα, ως από πάντα υπηργμένες όπως λένε, (ακούστε επιχείρημα!) παρέα με τους πολιτικούς που θα βοηθάνε και θα συμπληρώνουν. Και αυτή είναι η μοναδική δικαιολογία τους όταν στριμώχνονται.
·
Όπως σήμερα στην ιδιότυπη δημοκρατία-δικτατορία της κομπίνας και της αφωνίας των δημοσιογράφων και των αφεντικών τους. Μιλάμε και δεν μας ακούει κανείς. Ακούμε τα λόγια μας παραχαραγμένα από τους καλούς συνάδελφους που τα απαγορεύουν, με περίτεχνες και δημοκρατικές διαδικασίες και τεχνικές. Αν δεν τα μεταφράσουν αυτοί, δεν ακούγονται. Αυτή είναι η συμφωνία κάτω από το τραπέζι για να μας αφήσουν να μιλήσουμε στα ερτζιανά μας. Έτσι όσοι ακούγονται, είναι μόνο κατασταλμένοι.
·
Έχουμε παρανοήσει όλοι, στο απέραντο λευκό κελί της ελληνικής δημοκρατίας. Μιλάνε δημόσια, στο σπίτι μας μέσα, για τα δικαιώματα των ναζιστών και φασιστών, με την βοήθεια, την κάλυψη και τους προπηλακισμούς των δημοσιογράφων, εν ονόματι της δημοκρατίας πάντα. Σε αυτό το θέατρο της δημοκρατίας, οι μόνοι που δεν έχουν λόγο και δικαιώματα λογοκρισίας είναι οι δημοκράτες. Και λογοκρισία σημαίνει απαντώ.

Παρασκευή 1 Φεβρουαρίου 2008

Οι καλοί συνάδελφοι

Η τηλεόραση και το ραδιόφωνο να είναι ελεύθερα.
Να μην τα ελέγχει ούτε η πολιτεία ούτε οι πολίτες, αλλά να τα ελέγχουν οι εργοδότες μας.
Αυτό λένε διαρκώς οι δημοσιογράφοι, στην υπόλοιπη άφωνη κοινωνία. Και μάλιστα τόσο καθαρά. Ωσάν εμείς οι υπόλοιποι να μην γνωρίζουμε τίποτα από εμπόρους, επιχειρηματίες και εργοδότες. Πρωτότυπες απόψεις, ιδιαίτερα ανιδιοτελείς, μη συντεχνιακές, χωρίς διακρίσεις απέναντι στους συμπολίτες τους. Μια ζηλευτή δημοκρατία λόγου!
Μας λένε δηλαδή καθαρά ότι θέλουν να τους λογοκρίνουν τα αφεντικά τους και κανείς άλλος. Καταλαβαίνει κανείς, τι είδους ελεύθερο λόγο μπορεί να έχουν τέτοιοι απροκάλυπτοι υποτελείς προς τα επάνω, σκληρά αφεντικά προς τα κάτω, προς εμάς. Μια τηλεόραση χωρίς κανόνες όπως είναι σήμερα.
Όμως οι πολίτες δεν ζήτησαν ποτέ να τους λογοκρίνουν, ούτε αυτοί, ούτε η πολιτεία, ούτε κανείς άλλος. Ζητάνε μόνο να μπορούν να μιλάνε και αυτοί και να τους απαντάνε κυρίως. Δεν ξέρουν τάχα ότι κάθε βράδυ και πρωί στις ειδήσεις και τις άλλες ΄΄ενημερωτικές΄΄ εκπομπές, οι πολίτες τους στολίζουν με τα ακατονόμαστα από την αγανάκτησή τους για αυτά που τους λένε, χωρίς να μπορούν να απαντήσουν, ακούγοντάς τους μουγκοί και τρελαμένοι.
·
Οι δημοσιογράφοι απεχθάνονται την λογοκρισία. Δεν θέλουν να τους λογοκρίνει κανείς. Είναι ελεύθερες προσωπικότητες, ευαίσθητες. Αγρυπνούν για την ελευθερία του λόγου.
Μα υπάρχει μεγαλύτερη λογοκρισία από αυτή που κάνουν αυτοί στους πολίτες.
Ποιος λογοκρίνει σήμερα στην εποχή της τεχνολογίας και των μέσων την παγκόσμια κοινή γνώμη και τις τοπικές. Ποιοι διαχειρίζονται αποκλειστικά τον λόγο, ποιοι χειραγωγούν τις κοινωνίες. Η αστυνομίες ή οι άνθρωποι του τύπου.

Οι αστυνομίες καταφθάνουν μόνο στο τέλος τώρα πιά. Όταν και μόνο δεν τα έχουν καταφέρει οι δημοσιογράφοι. Οι καιροί έχουν αλλάξει άρδην. Τις απαγορεύσεις δεν τις ασκούν οι χούντες και οι Γεωργαλάδες σήμερα, αλλά οι δημοσιογράφοι και οι εκδότες τους, περίτεχνα και δημοκρατικά, αθέατα και θεατά όταν χρειάζεται.
Αυτό που εννοούν και που κρατούν καλά κρυμμένο μέσα τους είναι να μην λογοκρίνονται αυτοί. Αυτή είναι η ανομολόγητη αλήθεια τους! Η ελευθερία του λόγου για την οποία ομιλούν, είναι μόνο η δική τους ελευθερία. Δεν είναι η δική μας. Να είναι ελεύθεροι να απαγορεύουν στους άλλους να μιλάνε, ενώ αυτοί να λένε ελεύθερα ότι θέλουν οι εργοδότες τους. Η γραμμή του σταθμού.

Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2008

Περί τύπου

Κάθε συντεχνία το πρώτο που κάνει μόλις δημιουργηθεί
είναι να κατασκευάσει τα επιχειρήματα της.
Να είναι έτοιμη να δικαιολογηθεί
όταν αρχίσουν οι διαμαρτυρίες και οι αντιδράσεις της κοινωνίας
για αυτό που είναι και για αυτά που κάνει.

΄΄Προτιμώ έναν κίτρινο από έναν φιμωμένο τύπο΄΄
Με την φράση αυτή συνήθως προσπαθούν να δικαιολογηθούν οι άνθρωποι του τύπου για τον κιτρινισμό τους.
·
Αυτό που καμώνονται πως δεν γνωρίζουν, είναι πως ένας κίτρινος τύπος είναι ο πιο φιμωμένος τύπος. Γιατί δεν έχει κανένα λόγο να είναι φιμωμένος, όταν δεν είναι φιμωμένος. Όταν δεν υπάρχει δικτατορία δηλαδή.
Να λέει και να δείχνει αστειάκια, σκανδαλάκια και πιπεράτες ελευθεροστομίες του ιδιωτικού βίου, όταν η ελληνική κοινωνία είναι βουτηγμένη στις μεγαλύτερες αδικίες από πολύ παλιά, και ο υπόλοιπος κόσμος στενάζει σήμερα από πείνα, φτώχεια και αρρώστιες, και σπαράσσεται από αντιθέσεις και συγκρούσεις. Σκιαμαχούν δε λεονταρίζοντας εκ του ασφαλούς κατά καιρούς, με επιθέσεις και αλαλαγμούς επιτυχίας κατά τριτευόντων στόχων και αδικημάτων, υποκρινόμενοι έτσι τα παλικάρια.
Αυτό είναι ο κιτρινισμός, αυτό είναι και η φίμωση συγχρόνως
·
Επί πλέον δεν πρέπει να διαφεύγει, ότι με αυτό το κατασκευασμένο και ψευδές δίλημμα, απειλούν κι από πάνω τους πολίτες να μην ζητάνε πολλά-πολλά, στέλνοντας συνειρμικά τις μνήμες και το συλλογικό υποσυνείδητο του Λαού στις τραγικότερες συγκρίσεις της πρόσφατης ιστορίας μας, με χούντες, απαγορεύσεις και φυλακές. Λες και δεν υπάρχει άλλη επιλογή, παρά οι χούντες από την μια και ο κιτρινισμός και η χειραγώγηση των πολιτών από την άλλη.
·
Αλλά πάνω από όλα ο κιτρινισμός σημαίνει αυτοφίμωση. Το πιο ταπεινωτικό και δουλοπρεπές για τον καθένα μας ή είναι δημοσιογράφος ή είναι πολίτης.
Και αυτοφίμωση σημαίνει, τον πιο υποτακτικό καριερισμό. Εξαιρετικά υπερελάχιστοι γλιτώνουν από αυτόν τον κανόνα.

Δευτέρα 21 Ιανουαρίου 2008

Ο μπερές

Ο δρόμος προς την ελευθερία περνάει πρώτα από την φάρσα της, μπερδεύεται και μένει εκεί.
Η ελευθεριότητα καταβροχθίζει στο τέλος τα πάντα.
Ανθρώπους, κόμματα, ιδεολογίες, νεολαίες, θρησκείες, επιστήμες.
·
Ο μπερές του Κομαντάντε φοριέται απεγνωσμένα στις φωτοσκότεινες λεωφόρους της εποχής μου. Όσο πιο δουλοποιείται κανείς, τόσο πιο απελπισμένα τον χρησιμοποιεί.
Χαλκευμένα σύμβολα μιας προσωπικής εξέγερσης που δεν αποτολμήθηκε ποτέ. Οι άθλιοι ψωμιά και επαναστάσεις ονειρεύονται.

Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2008

Δημόσιο καθαρτήριο

Ο δημόσιος αυτοσαρκασμός, είναι το ξέπλυμα του εαυτού μας. Και μάλιστα από εμάς τους ίδιους.! Τι θράσος! Ανεστραμμένος ως προτέρημα κιόλας, ως αυτοκριτική τάχα. Και δεν το πήρε είδηση κανείς. Τι παραλλαγή, τι τέλεια κάλυψη!
Τι γίνεται στα πονηρά μυαλά μας; Τι οντολογική περίπτωση είμαστε σαν είδος.
Έτσι κατόρθωσε για έναν αιώνα τουλάχιστον, να νομιμοποιεί τα χειρότερά μας, αρκεί να τα σαρκάζουμε δημόσια και έτσι να τα κάνουμε αποδεκτά. Αυτό έλεγε η νέα συνταγή. Χωρίς να πάρουν είδηση οι άλλοι για αυτήν την πράξη μας. Δημόσιο καθαρτήριο. Η πιο πονηρή εξομολόγηση που σκαρφιστήκαμε ποτέ. Τι απάτη! Η μέγιστη!
Στο τέλος νομιμοποιούνται όλα, και γίνονται και γουστόζικα! Οι δε ΄΄ειδικοί΄΄ στο χώρο της σημειολογίας και της ανάλυσης, του αποδίδουν και στυλ. Τα έχετε διαβάσει ή ακούσει αυτά τα βλακώδη πιστεύω από συγγραφείς επώνυμους ή ψευδώνυμους, όπως και καλλιτέχνες.

΄΄Ναι μεν ήταν ένα κτήνος, αλλά είχε στυλ. Να φαντασθείτε, πριν από κάθε εκτέλεση ο δήμιος Αρμάντο, ιεροτελεστούσε την πράξη του. Καθόταν απέναντι από τον ετοιμοθάνατο χωρίς ποτέ να τον κοιτάει στα μάτια, του άνοιγε ο υπηρέτης του ένα κόκκινο πάντα καλό κρασί, άναβε με μια ακαταμάχητη επιδεξιότητα την πίπα του, μύριζε ηδονικά τον φελλό, και ύστερα έβαζε αργά-αργά σε φίνο κολονάτο κρύσταλλο τον μέλαινα ζωμό του. Ήταν ένα πράγματι γοητευτικό θέαμα, σε σημείο που πολλές φορές ο μελλοθάνατος παρασυρόταν ευχάριστα και ξεχνούσε τον λόγο για τον οποίο βρισκόταν εκεί. Η μεθοδικότητα, η σιγουριά και η φυσιολογικότητα του Αρμάνδο, έκανε το θύμα να νομίζει ότι έβλεπε όνειρο. Ο ίδιος τα βράδια στο σαλέ του Κομπέρ που σύχναζε, συνήθιζε να λέει με εκείνο το αριστοκρατικό του ύφος, ότι μισούσε τον εαυτό του εκείνες τις στιγμές και τον κατακεραύνωνε με τα χειρότερα επίθετα που είχε μάθει. Όμως ήταν το πάθος του και το ήξερε. Ο φόνος των άλλων από τα χέρια του, ήταν μια ακατανίκητη επιθυμία μέσα του. Συνωμοσία του σύμπαντος απέναντι του. Πολλές φορές όταν μεθυσμένος πια έβαζε τα κλάματα και ξεσπούσε, οι άλλοι τον βλέπαν με συμπάθεια και τον κερνούσαν ένα τελευταίο, χτυπώντας τον φιλικά στην πλάτη. Έφτανε τότε να βλέπει με συμπάθεια τον εαυτό του, για τα τέρατα που είχε κληρονομήσει από την ζωή του.΄΄

Και δεν αναφέρομαι και δεν συμπεριλαμβάνω βέβαια σε αυτό, τα μικροπταίσματα και τις μικροπαραβάσεις μας, όπως και τα λάθη μας. Αλλά μόνο τα μεγάλα
Γιατί δεν πρόκειται για μια προσωπική ιδιωτική εκμυστήρευση σε κάποιον φίλο, να βγει το βάρος από πάνω μας, να αλαφρώσει ΄΄η ψυχή μας΄΄. Αλλά δημόσια!
Γιατί, ως στοιχείο αυτοκάθαρσης, ως ανάγκη κριτικής, μετάνοιας ή εσωτερικής συντριβής που βγαίνει προς τα έξω και ιαίνει τον συγγραφέα και τους αποδέκτες ή τα θύματα των πράξεών μας, λειτούργησε ελάχιστο, στους πρώτους που ένιωσαν ειλικρινή αυτήν την ανάγκη. Μόλις όμως ο δόλος πήρε είδηση ότι μπορεί έτσι να ωραιοποιήσει και να απάλειψη τα εγκλήματά του, έγινε εξαιρετικό εργαλείο στα πολεμοφόδια του σοφιστή.
Γιατί το ερώτημα πιο ώριμο τώρα από την απάτη του δόλου, καταλήγει πλέον : και επειδή μας ομολόγησες δημόσια και αυτοσαρκαστικά, λογοτεχνικά και με στυλ τα εγκλήματά σου, σημαίνει ότι διέφυγες τον νόμο; Μα αυτό είναι πολύ βολικό, να το μάθουμε καλλίτερα να το κάνουμε και εμείς. Έτσι θα καταργήσουμε και τα έξοδα της πανάκριβης δικαιοσύνης. Πράγματι για γέλια είναι.

Παρασκευή 11 Ιανουαρίου 2008

Ξέφρενη αφθονία

Τι κοινωνίες είναι αυτές χωρίς τσαγκάρη. Δεν το καταλαβαίνω.
Μόνο αυτοκτονικές κοινωνίες κάνουν κάτι τέτοιο.
Εξ άλλου, το σόλιασμα των παπουτσιών, είναι ακίνδυνο, υγιεινό και δεν ρυπαίνει το πνεύμα και την συνείδησή μας. Και κυρίως επιμηκύνει τον χρόνο της φύσης και τον δικό μας, και τον επαναφέρει στις φυσιολογικές του ταχύτητες.

Σάββατο 5 Ιανουαρίου 2008

Κοιτώντας από το ύστερα

Νιώθω κάποιες στιγμές, σαν τον κώνο φωτός του μέλλοντος που βλέπει από μακριά το παρόν. Από ένα πιο μέλλον, τα μικρομέλλοντα που έρχονται προς εμένα.
Όλες λέει, οι χιλιάδες επιθυμίες μας, θα αντικατασταθούν όσο περνάει ο αφόρητος αυτός καιρός, από μια μόνο γιγαντωμένη, που θα έχει ρουφήξει όλες τις άλλες, και στερνά θα φτάσει να ρουφήξει ακόμα και τις φυσικές μας ανάγκες, και τέλος και αυτά τα ανίκητα ένστικτα μας, και όλα αυτά μαζί και ότι άλλο απομείνει, θα τα αλέσει και θα τα κάνει μια μόνο υποβόγγουσα επιθυμία, τον φόνο.
Όπως φαίνεται καθαρά από αυτό το ξάγναντο του σύμπαντος, ο καθένας θα χαίρεται με τον θάνατο του καθενός, γνωστών και αγνώστων, ή τον προκαλεί αυτός ή οι άλλοι, γιατί αυτή η υποβόγγουσα χαρά μέσα του θα τον εξουσιάζει απόλυτα. Μέσα της, θα αρχίσει να καταλαβαίνει όσο περνάει ο καιρός, ότι είναι γραμμένα όλα τα λύματα της φυλής του μαζί με τα δικά του.
Είναι τότε που θα προσπαθεί να σώσει το σύμπαν από το κέρδος εξοντώνοντας το είδος του.

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

Η αγωνία της ζωής

Επιμένω ακόμη περισσότερο τώρα, καθώς βλέπω τον κόσμο στην εποχή μου να συντρίβεται από περισσότερους πολέμους, περισσότερη πείνα, περισσότερες ψυχικές αρρώστιες, περισσότερη δυστυχία και αδικία, εν μέσω υπεραφθονίας και απίστευτης τεχνολογικής ανάπτυξης.
Η αγωνία για την ζωή είναι ο πρωταγωνιστής, και όχι η πολυτέλεια της μεταφυσικής αγωνίας, της μεταθανάτιας ζωής. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν, όχι να πεθάνουν. Να πεθάνει κανείς σήμερα είναι πολύ εύκολο. Να ζήσει έγινε αδύνατο.

Παρασκευή 28 Δεκεμβρίου 2007

Ντοπιολαλιές

Οι δε ντοπιολαλιές των λαών , είναι το χρυσάφι των γλωσσών τους.
Είναι πιο σημαντικές και από τις ίδιες τις εθνικές γλώσσες. Χωρίς αυτές δεν υπάρχουν εθνικές γλώσσες. Αυτές είναι τα πρωτογενή κύτταρά τους.
Εκεί βρίσκεται η πρώτη και κύρια ανανέωση της κάθε γλώσσας, πριν χρειασθεί να καταφύγει σε άλλες ξένες γλώσσες για δάνεια από αυτές, για την ανανέωσή της και την διατήρησή της ζωντανής.
Εκεί πια είναι κάθε τι αποτυπωμένο ανάγλυφα. Η ιστορία, η τεχνολογία της κάθε εποχής, τα τοπικά ήθη, οι παραδόσεις, τα έθιμα, οι αντιθέσεις, οι λογικές, οι ιδέες, οι ιδεολογίες, οι ολοζώντανες μικρολεπτομέρειες της ζωής.
Όταν οι ντοπιολαλιές ατροφούν και εξασθενούν με την μετοίκηση στην πρωτεύουσα πόλη ή αλλού, τότε οι εισαγωγές από άλλες γλώσσες διογκώνονται επικίνδυνα για κάθε εθνική γλώσσα. Είναι τότε που κινδυνεύει να παραμορφωθεί και να μην αναγνωρίζεται έντονα και αισθητά διακριτά.
Γιατί το πρώτο που κάνει ένας λαός αυθόρμητα, με μια ενστικτική σκέψη, όταν αισθάνεται ότι κάτι αρχίζει να του λείπει στον πλούτο της καθημερινής του έκφρασής, καθώς περνά ο καιρός και ο κόσμος εξελίσσεται ακατάπαυστα, είναι να βρει ξεχασμένα ή παροπλισμένα αποθέματα λέξεων και εννοιών, στις αποθήκες των ντοπιολαλιών του. Εκεί υπάρχει διαρκώς ένα αστείρευτο γλωσσικό ορυχείο. Με γνήσιο, ακατέργαστο ίδιο υλικό, συμβατό με το σώμα της εθνικής γλώσσας. Ευκολόχρηστο και μη απορριπτέο ποτέ, σαν συγκολλημένο με το ζόρι, έξω από την αρμονία της γλώσσας.

Κυριακή 23 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 6

Η γλώσσα είναι ιστορία κυρίως. Αλλά έτσι δεν το βλέπει κανείς. Πάνω στη γραφολογία της και την ηχολογία της, είναι αποτυπωμένα όλα όσα πέρασε και είπε ένας λαός. Οι μεταβολές στην προφορά, οι μεταβολές στη σύνταξη του λόγου, η στίξη που τα σημαίνει, οι γραμματικοί κανόνες, είναι η γεωγραφία του λόγου και του χρόνου που κυλά μαζί με την εξέλιξη και τις περιπέτειες ενός λαού. Είναι ιστορικοί κώδικες που οδηγούν, κλειδιά που αποκαλύπτουν, κόμβοι και πλατύσκαλα που δηλώνουν τις μεγάλες αλλαγές στους πολιτισμούς.
Είναι βέβαια και παιδεία. Δεν είναι όμως απλή συνεννόηση όπως προ πάντων νομίζουν. Αυτή διακινεί κάθε είδους γνώση που μαθαίνουμε και επικοινωνούμε.
Απλή συνεννόηση είναι η τουριστική γλώσσα. Ακόμα και αν μιλιέται άπταιστα.
Εκατομμύρια άνθρωποι μέσα στις ίδιες τους τις χώρες σήμερα ομιλούν τουριστικά την μητρική τους γλώσσα. Δηλαδή ανώδυνα.
Και δεν εννοώ την διεθνοποιημένη αγγλική. Ομιλούν μια κοινή παγκόσμια τουριστική γλώσσα, ο καθένας στην εθνική του γλώσσα, που δεν έχει πλέον ίχνος παιδείας.
Την γλώσσα των ονομάτων των προϊόντων. Μια σκέτη ονοματολογία χωρίς εννοιακές και νοηματικές αποσκευές. Δεν ομιλούν αλλά συνεννοούνται μέσω αυτής για αυτά. Είναι μια εκπτωμένη γλώσσα- μη γλώσσα, αφού οι άνθρωποι είναι οι ίδιοι αποξενωμένοι από την γλώσσα τους. Ίσα- ίσα καταφέρνουν να συνεννοηθούν και να επικοινωνήσουν με αυτήν. Γλώσσα χωρίς πολιτικές νύξεις, χωρίς κοινωνικές αναφορές, χωρίς αντιθέσεις και αντιφάσεις, που δεν εννοεί τίποτα σπουδαίο πια, που δεν παραπέμπει πουθενά.
Κάθε τέτοια αναφορά όσο ακόμα υπάρχει, γίνεται μόνο για να διαφημιστούν κάποια προϊόντα και τα ονόματά τους. Μια τηλεοπτική γλώσσα.
Οι άνθρωποι που δεν ομιλούν τουριστικά, που έχουν να πουν, να ανταλλάξουν απόψεις και να διαφωνήσουν έστω μόνο, να κρατηθούν ζωντανοί και υπάρχοντες, γίνονται όλο και πιο ελάχιστοι.

·
Το χαρακτηριστικό αυτής της καινούργιας γλώσσας, είναι ότι δεν έχει παρελθόν, δεν έχει παράδοση. Αλλά το πιο χαρακτηριστικό της ακόμα, όπως με σαφήνεια μας γνωστοποιεί η ίδια την λογική της και μας τρομάζει, είναι ότι δεν θα αποκτήσει ούτε στο μέλλον γλωσσική παράδοση, αφού δηλαδή ζήσει κι αυτήν κάποιο χρόνο, όχι μόνο γιατί από την δομή της δεν προλαβαίνει να αποκτήσει ιστορία αφού αλλάζει συνεχώς με απίστευτη ταχύτητα, με όλο νέα προϊόντα νοοτροπίες και σχέσεις επ αυτών μηδαμινές και άχρωμης σημασίας, αλλά γιατί φοβάται και δεν θέλει όποιου είδους ιστορία και παράδοση κατά κανένα τρόπο. Εάν το εργοστάσιο ή η πολυεθνική κλείσουν από τον ανταγωνισμό τελειώνει και η γλώσσα αυτή. Και σήμερα τα εργοστάσια δεν διαρκούν 100 και 150 χρόνια, αλλά γεννιόνται και πεθαίνουν σε μια πενταετία.
Μόνο που αυτή η γλώσσα πλέον είναι η βασική και κύρια γλώσσα του δυτικού κόσμου και όχι μόνο των τουριστών που επισκέφτονται άλλες χώρες. Είναι ένα φαινόμενο του εμπορισμού της εποχής μας, της επικράτησης της αποθέωσης της αγοράς.

Τρίτη 18 Δεκεμβρίου 2007

(εκ συνεχείας) 2

Καταπίνουν και αποσιωπούν οι περισσότεροι ότι υπάρχουν λαοί με ιμπεριαλιστική και αποικιοκρατική κουλτούρα και προσπαθούν να τα στρογγυλέψουν όλα και να τα μπερδέψουν. Λαοί με γλώσσα και σκέψη πολεμική.
Γιατί αυτό έχουν μάθει από την ατομική και συλλογική τους ιστορία, να είναι επιθετικοί. Και να ήθελαν δεν ξέρουν τίποτε άλλο. Αυτό τους έμαθαν. Έτσι είναι ο κόσμος και ας μην τον αρνιόμαστε.
Κανείς μας δεν μπορεί να αθωωθεί μέσα από την ισοτιμία των γλωσσών. Οι ιστορίες ατόμων και λαών είναι πάντα άλλες και είναι άλλοτε καλές και άλλοτε κακές. Οι πολιτισμοί δεν είναι ισότιμοι, οι σκέψεις των ανθρώπων δεν είναι ισότιμες, οι γλώσσες τους δεν είναι ισότιμες.
Το δίκαιο για κορυφαίο παράδειγμα, δεν ενσωματώνεται σε ένα λαό κατά κανένα τρόπο, μετά την γλωσσική προσαρμογή του με μια λέξη που κατασκευάζει ή δανείζεται και παραμένει ξένο σε αυτόν, αν δεν έχει χιλιετείς φιλοσοφικές, δικαιακές, δημοκρατικές και γλωσσικές ρίζες δικαίου στα σπλάχνα του.
Μια τέτοια έννοια, είναι πολιτισμικό και ιστορικό γέννημα και κατάκτημα ενός λαού, μαζί με την λέξη που το αποδίδει. Η εισαγωγή της λέξης σε μια άλλη γλώσσα, καθιστά γνωστή μόνο την λέξη και διατηρεί άγνωστη την έννοια, το νόημα και την σημασία της.
Είναι ξένο σώμα, ακατανόητο στους πολίτες και στις μεταξύ τους σχέσεις και μη λειτουργόν στις δομές του κράτους και της εξουσίας.
Το πώς συμπέραναν κάποιοι της γλωσσολογίας ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες όπως και σκέψεις, είναι πράγματι μεγάλο επίτευγμα. Γιατί αυτό που είναι αξιωματικά προφανές, είναι πως στον πραγματικό κόσμο οι σκέψεις και οι γλώσσες είναι άνισες, πλούσιες και φτωχές και διαβαθμίζονται σε ανισότητα.
Είναι αυτό που ονομάζω και θεωρώ ΄΄γλώσσες φάρσες΄΄ ή ΄΄γλώσσες υποκριτικές΄΄ ασύνδετες από τα γεγονότα και τα κοινωνικά βιώματα που τις γεννούν. Που μόνο μιμούνται ηχητικά. Γλώσσες δηλαδή αποξενωμένες από την σκέψη του ανθρώπου. Γλώσσες-κλώνοι με καπιταλιστική γονιμοποίηση.
Το ότι οι έλληνες αρνούνται όλους τους επιθετικούς πολέμους για αιώνες και χιλιετίες και τάσσονται στο πλευρό των αδικημένων λαών και ανθρώπων, μόνο τυχαίο δεν είναι. Κάτι ξέρει η καμπούρα τους. Απηχεί την πεποίθησή τους, την πνευματική και γλωσσική τους διαμόρφωση μέσα στην ιστορία και στην κουλτούρα τους. Δείχνει τα μαθήματα και τα παθήματα της δημοκρατίας τους και της ιστορίας τους.
Τους το θυμίζει και τους το κρατάει ζωντανό η γλώσσα και η σκέψη της. Και αυτό παρά την αγωνιώδη δική μου κριτική για την αλλοτρίωσή τους στις διπλανές σελίδες.
Υπάρχουν λαοί που δεν γνωρίζουν το δίκαιο ακόμη και σήμερα. Όλο το αγγλοσαξονικό τόξο για παράδειγμα, αλλά και άλλοι γείτονες και μη, δίκαιο εννοούν το συμφέρον ή ως ατομικό ή ως συλλογικό. Πως θα αρπάξουν την γη των άλλων, το βιός και τον μόχθο τους. Διαρκώς αυτό μηχανεύονται και αυτό αποτυπώνεται στην γλώσσα τους και διακινείται μέσα από αυτήν.
Δεν περνάει καν από το μυαλό τους και την κουλτούρα τους, το πολιτικό κατάκτημα του Θουκυδίδη και των αθηναίων περί δικαίου ΄΄δεν μπορεί η δημοκρατία να εξουσιάζει άλλους λαούς΄΄.
Αυτό που σήμερα θεωρείται η πρώτη αρχή του Ο.Η.Ε, και δεν τηρούν.
Η λέξη δημοκρατία για αυτούς τους λαούς είναι ένα βιαστικό δάνειο-μίμηση, που δεν ενσωματώθηκε ποτέ στην συνείδηση, την κουλτούρα, την ιστορία και την γλώσσα τους.
Ολόκληρη η ιστορία της αποικιοκρατίας και του ιμπεριαλισμού είναι μέσα σε αυτήν τη φράση. Στην σκέψη και την γλώσσα του Θουκυδίδη.
Γλώσσες και σκέψεις, πολιτισμοί και ιστορίες, παραμένουν ανίκανες ακόμη και σήμερα να κατανοήσουν και να ξεμπερδέψουν την έννοια του δικαίου από του συμφέροντος.
Και αυτό μέσα στο ίδιο το κοινωνικό σώμα αυθόρμητα και χωρίς την χειραγώγηση των ειδικών, του κράτους και της παιδείας τους.
Ενώ άλλοι λαοί γνωρίζουν τι είναι δίκαιο και τι συμφέρον, όταν κατά καιρούς κάνουν χρήση του δεύτερου, γιαυτό και έχουν ενοχές. Ενοχή σημαίνει, ότι γνωρίζω τι πρέπει να κάνω και κάνω το αντίθετο.
Τα πράγματα δεν είναι τόσο απλά όσο νομίζουν.
Αυτό που αποφεύγει να κατανοήσει η μεγαλύτερη ίσως μερίδα της γλωσσολογίας, είναι η ιστορία και η δύναμη της. Η απόλυτη επιβολή της στις σχέσεις των ανθρώπων. Όπως κρίνει αδιακρίτως άτομα, σύνολα, εποχές, χρόνους, ήθη, έθιμα, παραδόσεις, καταστάσεις, έτσι κρίνει και γλώσσες και σκέψεις και κυρίως αυτές.
Θα πρέπει να καταλάβουν πως όπως υπάρχουν άνθρωποι με πλούσια και φτωχή γλώσσα, με πλούσια και φτωχή σκέψη, έτσι υπάρχουν και ολόκληρες γλώσσες και σκέψεις πλούσιες και φτωχές. Αλλιώς, δεν θα διορθώναμε καν τα κείμενά μας.
Ο κόσμος που περιγράφουν γλωσσολογικά δεν υπάρχει. Είναι μια υποτακτική κατασκευή ή ιδεολόγημα ανικανότητας σύλληψης και κατανόησης του κόσμου.

Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2007

(εκ συνεχείας) 1

Αλλά εάν η γλώσσα είναι η σκέψη μας, τότε εξαπατόμαστε διπλά. Γιατί αυτό σημαίνει καθαρά ότι όλες οι σκέψεις όλων των ανθρώπων είναι ισότιμες. Δεν μπορεί να είναι ισότιμα αυτά που λένε και να μην είναι ισότιμα αυτά που σκέφτονται. Είναι ένα ολέθριο συμπέρασμα που ακυρώνει όλη την προσπάθεια του ανθρώπου και αχρηστεύει την ίδια την ελογικότητά του. Δεν έχει λόγο να σκέφτεται τότε ούτε να μιλάει, αφού λένε όλοι τα ίδια και σκέφτονται όλοι τα ίδια.
Γιατί τότε μπορούμε να βάζουμε στην τύχη όποιον βρούμε να διδάξει μηχανική ή φιλοσοφία. Μπορούμε να διαλέξουμε από την κληρωτίδα αυτόν που θα διοικήσει την πολιτεία ή κάποιον άλλο σπάταλο ή τοκογλύφο να αναλάβει την οικονομία της χώρας αφού όλοι είναι ισότιμοι και εξ ίσου ικανοί. Αυτά είναι αστεία πράγματα. Εκεί μας οδηγεί η συμπερασματικότητα πολλών γλωσσολόγων περί ισότητας των γλωσσών.
Η γλώσσα είναι πλούτος της σκέψης και όχι των ήχων. Η γλώσσα των ήχων δεν έχει σκέψη. Δεν υπάρχει. Είναι σαν να ακούμε ένα παπαγάλο ή μια μαϊμού να μιμούνται με το λαρύγγι τους ή με τα χέρια τους χωρίς να καταλαβαίνουν τίποτα από αυτό που κάνουν ή λένε, όπως εμείς. Γλώσσα των ήχων δεν είναι ούτε οι ιαχές των γηπέδων.

Λέγοντας κανείς δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες, λέει ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές σκέψεις και δεν το ξέρει.

Ισότιμες λέξεις, ισότιμες γλώσσες, ισότιμοι άνθρωποι και λαοί, ισότιμες σκέψεις, οδηγεί κατ ευθείαν στην αθώωση όλων των συμβαινόντων στην ζωή αυτού του πλανήτη. Τότε ο πολιτικός λόγος και η κριτική σκέψη εκπαραθυρόνονται μέσα από τις αλχημείες και τα τρικ των επιστημών και των επιστημόνων. Χθες η νομική επιστήμη αθώωσε μέσα από τις εξαιρέσεις της τις εξουσίες, παραπροχθές η οικονομία επιτέθηκε κατά του συνόλου της ανθρωπότητας, σήμερα η γλωσσολογία ισοπέδωσε με μια ισοτίμηση τις γλώσσες των λαών και τις πολιτισμικές τους διαφορές και αύριο κάποια άλλη ότι απέμεινε.
Μα κυρίως αυτό το ισότιμος παραμένει διαρκώς σκοτεινό και αδιευκρίνιστο στα συνέδρια της γλωσσολογίας, ως ένα μεταφυσικό μυστήριο της γλώσσας. Τι σημαίνει αλήθεια ισότιμος. Μήπως μια μεταμφιεσμένη προσπάθεια εξισωτισμού και πάλι αθώου και ένοχου; επιτιθέμενου και αμυνόμενου, ληστή και κλεπτόμενου. Μια Ρασπούτνεια ισότητα. Ένας παμπόνηρος ανεστραμμένος- κρυμμένος ρατσισμός της βαρβαρότητας και της εξουσίας να αθωώσουν τον εαυτό τους.


Μα στην σκέψη και στην γλώσσα της, δεν χρειαζόμαστε ισότητα, χρειαζόμαστε ακριβώς ανισότητα, δηλαδή ισηγορία. Το δικαίωμα να λέμε άλλα από τους άλλους. Αλλιώς θα σκεφτόμασταν όλοι τι ίδιο ακριβώς. Αλλιώς η ισηγορία θα ήταν άχρηστη, δεν θα υπήρχε καν σαν έννοια και λέξη.
Στα πολιτικά, κοινωνικά και φυσικά δικαιώματα χρειαζόμαστε μόνο την ισότητα. Ακριβώς για να έχουμε όλοι οι άνθρωποι την δυνατότητα να εκφράζουμε την διαφορετικότητά μας, την ανισότητά μας, την ισηγορία μας.
Γιατί ισοτίμηση σημαίνει προ πάντων κάτι πολύ επικίνδυνο, ότι η σκέψη του Ηράκλειτου και του οποιουδήποτε είναι ισότιμες. Η σκέψη του Αϊνστάιν και του όποιου φυσικού ή άλλου πολίτη είναι το ίδιο. Ισότιμος και ίδιος είναι το ίδιο.
Όλα τόσο απλά και εύκολα σε αυτόν τον κόσμο που σπαράσσεται ασταμάτητα χωρίς φταίχτες προ πάντων, μια και όλοι είναι ισότιμοι, που σημαίνει εδώ μεταφρασμένο, ότι λίγο ως πολύ όλοι κάνουν τα ίδια και άρα είναι ίδιοι.
Μια προσπάθεια να εμφιλοχωρήσει μέσα στις επιστήμες η απαλλαγή του καπιταλισμού από κάθε του έγκλημα.
Ή γιατί όλοι είμαστε αδέρφια σε αυτόν τον πλανήτη όπως φωνασκεί υποκριτικά ο σοσιαλισμός ή παιδιά του θεού ο θρησκευτισμός. Να ξεπλυθεί αυτός ο κόσμος μέσα από την γλώσσα.
Φαίνεται πια όλο και πιο καθαρά ότι η μεταμοντέρνα γλωσσολογία σχίζει στα δύο τον άνθρωπο και τον απομονώνει από τα συναισθήματά του και τη σκέψη του. Χωρίζει τους ήχους του από τα νοήματά τους. Άλλο η γλώσσα του άλλο αυτός. Τα συμπεράσματα πλέον και οι διαπιστώσεις θα βγαίνουν από τους ήχους του και όχι από αυτόν τον ίδιο, αδιάσπαστα συνδεδεμένους μαζί του. Από το χνάρι, την πατημασιά του και όχι από αυτόν που πάτησε, που άφησε το ηχητικό του αποτύπωμα λέγοντας μια λέξη. Στη μάχη μεταξύ σημαινόντων και σημαινόμενων, κερδίζουν τα σημαίνοντα. Κερδίζει όχι η ουσία αλλά η μορφή της, η παραουσία της. Δεν ενδιαφέρει πλέον ο γονότυπος γατί είναι ζόρικος και αντιδρά, αλλά ο φαινότυπος η άψυχη ακίνδυνη λέξη ως ήχος χωρίς νόημα, χωρίς σκέψη και συναίσθημα που δεν αντιδρά.
Της διαφεύγει ότι κάθε λέξη, φθόγγος ή φώνημα δεν είναι απλώς ένα ανώδυνο και τυχαίο ήχημα ίδιο, άχρωμο, ισότιμο με κάθε άλλο, αλλά ένας ιστορικός, κοινωνικός και πολιτισμικός μόχθος για να δημιουργηθεί. Ένας ατομικός και συλλογικός πόνος και προσπάθεια. Το χλευαζόμενο σήμερα ΄΄αέρα΄΄ των Ελληνάκων, κάπου παραπέμπει σαν σημαίνον. Σε κάποιο σημαινόμενο, σε κάποιο τραυματικό γεγονός που δεν βρίσκει να ισοτιμηθεί με την αντίστοιχη λέξη ενός άλλου λαού που αν το ακούσει θα νομίσει ορθά ότι του μεταφράζουν τον άνεμο. Που δεν το έχει αλλά που έχει πιθανόν ή όχι και αυτός ένα άλλο τέτοιο ανάλογο. Είναι και αυτή μία από τις λέξεις με πολλά σημαινόμενα επάνω της και ένα μόνο σημαίνον, πάνω στο οποίο συνωστίζονται τα συμφέροντα, η μικροπολιτική, ο δόλος, η οικονομία.
Η ποικιλία και η διαφορετικότητα είναι η αλήθεια και η ουσία του κόσμου και όχι η ισοτίμηση του σε ελάχιστα σημαίνοντα. (συνεχίζεται)

Παρασκευή 7 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 5

Η γλώσσα είναι τι κρύβει μέσα της και όχι τι λέει. Με το τι λέει ΄΄δεν καταλαβαίνει΄΄ κανείς τίποτα από μια γλώσσα. Ίσα-ίσα κατορθώνει να συνεννοηθεί με αυτήν.
·
Γιατί οι γλώσσες δεν διαφέρουν από τους ήχους τους όπως νομίζουμε ή τις λέξεις τους αλλά από το ιστορικό και κοινωνικό τους φορτίο που δεν φαίνεται. Που δεν το κρύβουν μεν αλλά δεν φαίνεται από μόνο του.
·
Αυτό καλούνται να μάθουν τα παιδιά στο σχολείο αφού μιλάνε ήδη άπταιστα την ηχητική γλώσσα.
·
Γιατί μια άγνωστη γλώσσα είναι εύκολη και ανώδυνη.
Ενώ μια μητρική είναι εξαιρετικά δύσκολη και επώδυνη αδιάφορο αν την μαθαίνουμε με πολύ μεγάλη ευκολία ως μητρική.
·
Οι λέξεις είναι η περίληψη μόνο πολλών μακρών ιστοριών. Ατομικών και συλλογικών.
Πίσω τους κρύβονται οι διηγήσεις της ζωής των ανθρώπων. Διηγήσεις αιώνων και χιλιετιών.
Είναι γοργόφτερα ταχυδρομικά περιστέρια που μας μεταφέρουν στον εγκέφαλό μας, εκεί που είναι η ζωή μας, η ατομική και συλλογική μας μνήμη, τα παιδικά μας χρόνια, και τα πρώτα μας συναισθήματα. Εκεί που Είναι η φιλοσοφία του χρόνου και του κόσμου. Εκεί που είναι κρυμμένη η γλώσσα.
·
Οι λέξεις κρύβουν υποχρεώσεις μέσα τους που δεν φαίνονται με το πρώτο απλό άκουσμα. Κάθε λέξη άλλο λέει και άλλο εννοεί εκτός από αυτό που ακούγεται. Πόσο μάλλον όταν συναντηθεί με τις άλλες.
Μεταφέρουν όχι ένα αλλά πολλά νοήματα και έννοιες της γλώσσας αλλά και του εαυτού τους. Αυτό που λέμε πιστή και ακριβής μετάφραση. Συνήθως μεταφέρουν έως και αντίθετες έννοιες στην ίδια λέξη όπως το ίδιο και το ίδιον. Και αυτό πλανεύει, από ερωτευμένους μέχρι γλωσσολόγους.


Όμως οι λέξεις του κόσμου μια-μια ξεχωριστά είναι ακατανόητες όταν τις ακούμε για πρώτη φορά ή όταν τις επαναλαμβάνουμε διαρκώς.
Επί πλέον, και εδώ είναι η παγίδα, είναι σαν ίδιες και είναι ίδιες, με μια ανεστραμμένη όμως περίεργη αλλά και ισχύουσα έννοια, ότι αφού μπορούμε να χρησιμοποιούμε διαφορετικές λέξεις-ήχους για μια έννοια ή και νόημα, τότε οι λέξεις καταλήγουν αν και διαφορετικές ηχητικά και γραφολογικά να παίζουν τον ίδιο διαμετακομιστικό ρόλο και άρα μπορεί κάποιος να τις θεωρήσει ως ίδιες ενώ είναι άλλες. Είναι δηλαδή ισότιμες μεταξύ τους.
Για παράδειγμα το δικό μας σύμπαν γίνεται univers στην γλώσσα των αγγλικών ή
el universo στα ισπανικά κ.λ.π
·
Αυτή η διαπίστωση οδήγησε αναγωγικά στο συμπέρασμα ότι το ίδιο ισχύει άρα, όχι μόνο για τις λέξεις αλλά και για το σύνολο των γλωσσών και κατ επέκταση και για τις έννοιες και τα νοήματά τους..
Έτσι η γλωσσολογία αποφάνθηκε ότι δεν υπάρχουν πλούσιες και φτωχές γλώσσες.
Πρόσθεσε δε σε απορίες ερωτώντων, πως αν μια γλώσσα δεν γνώριζε και δεν είχε μέσα της την έννοια της ισηγορίας για παράδειγμα, πριν 2 ή 3 χιλιάδες χρόνια, την άκουσε, την είδε και την προσέθεσε στο σώμα της με μια αντίστοιχη λέξη που κατασκεύασε στην πορεία και έτσι πρόλαβε τις άλλες και ισοτιμήθηκε μαζί τους.
Δεν έμενε παρά ένα ελάχιστο συμπερασματικό βήμα να πούνε ότι επομένως και όλοι οι λαοί που ομιλούν τις γλώσσες του κόσμου είναι ισότιμοι και τέλος οι πολίτες ένας-ένας ξεχωριστά.

Αυτό μάλιστα ανακούφιζε και συμφωνούσε και με την θεμελιώδη αρχή της δημοκρατίας και του κόσμου που θεωρεί όλους τους πολίτες ίσους μεταξύ τους, με ίσα τα ανθρώπινα δικαιώματα. Με μια μεγάλη διαφορά μόνο. Άλλο το ίσος και άλλο το ισότιμος.
·
Αυτά λέει η επιστήμη της γλωσσολογίας σήμερα, αξιοποιώντας τις εξειδικευμένες μελέτες της, στην λεγόμενη συγκριτική γλωσσολογία των διαλέκτων και γλωσσών των λαών.

·
Αλλά η γλωσσολογία δεν είναι φιλοσοφία και δεν καταλαβαίνει και πολλά πράγματα από αυτόν τον κόσμο. Έγινε και αυτή μια αποσπασμένη από την πραγματικότητα επιστήμη, που γνωρίζει ΄΄καλά΄΄ την δική της απομόνωση που μελετά.
Αυτό που της διαφεύγει καθώς τυραννιέται αποκομμένη μέσα στα λεξικά, από την καθολική θέαση του κόσμου, είναι ότι η γλώσσα δεν βρίσκεται στην στοματική κοιλότητα και στους ήχους που κυνηγά, αλλά αποκλειστικά στον εγκέφαλο του ανθρώπου και μόνο σε αυτόν. Της διαφεύγει δηλαδή το πιο σπουδαιότερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου.

Γλώσσα είναι η σκέψη του ανθρώπου χωρίς ήχο. Εκεί και μόνο βρίσκεται η γλώσσα.
Ο άνθρωπος ηχεί την σκέψη του για να την ελέγξει. Για να επιβεβαιώσει ή όχι την ορθότητα της, επικοινωνώντας την με τους άλλους. Το αντεπιστέλλον του Αριστοτέλη. Για να κατανοήσει την ελογικότητα του. Να βεβαιωθεί γιαυτό που του συμβαίνει. Να σιγουρευτεί για την ύπαρξή της. Να πάρει απόκριση, από ένα άλλο έλλογο , ότι σκέφτεται. Ότι είναι πράγματι έλλογο. Να επαληθεύσει το φυσικό θαύμα που νιώθει και αισθάνεται επάνω του. Γιαυτό γελάει ο άνθρωπος, επειδή ανακαλύπτει την ελογικότητα του. Συνειδητοποιεί ότι μιλάει και σκέφτεται και χαίρεται γιαυτό, έστω ατελώς στη αρχή και άναρθρα. Γιαυτό πάλι μπορεί και κλαίει. Ακόμα και ταυτόχρονα, για να επικοινωνήσει με τους άλλους σαν βασική του έλλογη ψυχολογική ανάγκη. Για να συνεννοηθεί στην συνέχεια και να επιβιώσει μαζί τους.
Έτσι ΄΄φύτρωσε΄΄ σιγά-σιγά η γλώσσα του μέσα στις χιλιετίες. (συνεχίζεται)

Δευτέρα 3 Δεκεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 4

Η μητρική γλώσσα δεν είναι ποτέ μίμηση, ούτε μια φορά.
Όπως δεν είναι ποτέ βίαιη.
Ενώ κάθε άλλη ξένη και επίκτητη, είναι πάντα μια βίαιη εγκατάσταση ενός επικοινωνιακού μηχανισμού και λειτουργίας μέσα μας, αλλά και ενός άλλου τρόπου σύλληψης και αντίληψης του κόσμου και κυρίως αυτό.
Μιμείται δε πάντα και υποχρεωτικά την μητρική .

Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 3

Έχω την γλώσσα μου, είμαι.
Έχω την γλώσσα μου, έχω πατρίδα.
Ακόμα κι αν ζήσω ξενιτεμένος όλη μου τη ζωή.
Πατρίδα μου είναι η γλώσσα μου.
Μια πατρίδα μεταφερόμενη όπου βρίσκεται και ταξιδεύει η γλώσσα μου.
Αλλά αυτό το καταλαβαίνω μόνο όταν δεν ακούω τη γλώσσα μου. Όταν δεν την ομιλώ.
Τότε που δεν είμαι.

Τρίτη 27 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 2

Άλλη γλώσσα, άλλη σκέψη, άλλα νοήματα.
Άλλη κουλτούρα, άλλη ιστορία, άλλες αρχές, άλλος πολιτισμός, άλλοι νόμοι τελικά.
·
Γιατί όλες οι ιστορίες των γλωσσών και όλες οι διαφορές στην δομή τους, είναι πως συντάσσουν τον κόσμο!! Που σημαίνει πως κάθε λαός αντιλαμβάνεται τον κόσμο.
·
Πως αντιλαμβάνεται το σύμπαν, τη φύση και την κοινωνία και πως εξ αυτών συντάσσει τον χώρο και τον χρόνο μέσα στη γλώσσα του, που είναι το κορυφαίο δείγμα της αντιληπτικής ικανότητας του ανθρώπου.
·
Και τέλος αν αντιλαμβάνεται μια κοινωνία το δίκαιο που απορρέει από αυτά και την ισορροπεί, και το διαχέει μέσα στη γλώσσα της.

Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2007

Περί γλώσσας 1

Στην πραγματικότητα, τα πρώτα ανθρωπολογικά σύνορα και πολύ αργότερα τα εδαφικά και εθνικά, τα δημιουργεί η γλώσσα κατά μέγιστο μάλιστα κανόνα αν όχι πλήρη, στις αρχικές συναθροίσεις των μελών του ανθρώπινου είδους.

Είναι αυτή που επιβάλλει κάθε είδους σύνορα ακόμα και σήμερα. Είναι δε τόσο ισχυρή, που υπερβαίνει ακόμα και την συνεκτικότητα της φυλής ή του χρώματος των ανθρώπων.
Όσοι κατάφεραν να συνεννοηθούν αποτελεσματικότερα για την επιβίωση τους, στις απαρχές της γέννησης των γλωσσών, αυτοί και έκαναν ομάδα, φυλή, εδαφική κυριαρχία μαζί στην συνέχεια ή χώρα και κράτος πολύ μετέπειτα.

Η γλώσσα είναι ανεπιφύλακτα ο πρώτος διαφοροποιητής του ανθρώπου, από την μάζα του είδους μας, μέχρι την εμφάνισή της. Δηλαδή ο πρώτος καθαρά ΄΄εθνικιστής΄΄ και μάλιστα φυσικός και όχι πολιτικοκοινωνικός ή οικονομικός όπως πολύ-πολύ αργότερα εξέπεσε.
Την έννοια του έθνους την προδιαμορφώνει η κοινή γλώσσα κυρίως. Σε αυτήν οφείλεται τούτη η αντίληψή μας.

Όσα δε παραδείγματα προσπαθούν να εξαιρεθούν άδολα από αυτόν τον φυσικό κανόνα, έχουν κενά χαμένα από την σκόνη του χρόνου στο βάθος τους.

Τρίτη 20 Νοεμβρίου 2007

Η ντροπή του ποιητή

Ο ποιητής μισεί δυνατά. Το μίσος του, το μέγιστο.

Σαν αλεξικέραυνο ρουφάει την οργή αυτού του κόσμου. Τόση είναι η δύναμή του.
Η διαφορά με αυτόν, είναι ότι δεν καταδέχεται την κατάντια που οδηγεί το μίσος. Αυτό που έχει κατακλύσει τα πάντα γύρω του.

Έτσι το πηδάει σαν φανταστικός άλτης του σύμπαντος, το διοχετεύει μέσα του και το κάνει ποίηση. Το αλέθει μαζί με τάλλα τέρατα και πάθη.

Γιατί ο ποιητής πρέπει να είναι αθώος. Αν δεν είναι, δεν θάναι ποιητής. Αλλά για να παραμείνει αθώος και να υπακούει σε αυτόν τον φοβερό νόμο των ποιητών, διαπιστώνει έκπληκτος πιά σήμερα, ότι δεν μπορεί να παραμείνει ποιητής, γατί δεν μπορεί να παραμείνει πιά αθώος. Η εποχή που ζει ξερνάει ακόμα και τους ποιητές. Τους ξεβράζει στην τηλεόραση, στα σαλόνια, στις χορηγίες, στις ποιητικές βραδιές.

Και τότε καταλαβαίνει ότι δεν μπορεί πιά να γράφει παρά να κρύβεται.
Να κρύβεται σαν κυνηγημένος χωρίς να τον κυνηγάει κανείς. Μαζί με την ντροπή αυτού του κόσμου. Μέχρι να αλλάξουν οι καιροί και να τον ξαναχρειαστούν πάλι οι άνθρωποι.

Παρασκευή 16 Νοεμβρίου 2007

΄΄Να φτιάξουμε τον κόσμο΄΄

Όποιος επιθυμεί να σώσει τον κόσμο, θα πρέπει να έχει προλάβει πρώτα να σώσει τον εαυτό του. Γιατί μπορεί να τα καταφέρει, αλλά να διαπιστώσει μετά, ότι μέσα στην φούρια της προετοιμασίας της σωτηρίας, δεν πρόλαβε να ετοιμαστεί ο ίδιος, όπως συνέβη με τους κομουνιστές στον ανατολικό κόσμο και τους σοσιαλιστές στην Ελλάδα και τον δυτικό κόσμο. Και αυτό το ξέρουν καλλίτερα από όλους οι παπάδες, που για χιλιάδες χρόνια παραμένουν ακόμα απροετοίμαστοι.

Και βέβαια, σε όλες αυτές τις αναταξιακές απόπειρες της ανθρωπότητας, η πλειοψηφία των πολιτών που ακολούθησε αυτή την χαρισματική αποκοτιά, είχαν προετοιμαστεί να προχωρήσουν στο καινούργιο άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο, καλλίτερα πάντως από τους πολιτικούς εκπροσώπους τους, που όπως αποδείχτηκε αργότερα ιστορικά, δεν είχαν προετοιμαστεί καθόλου. Αν αφαιρέσουμε κάποιους απελπιστικά ελάχιστους διεθνώς πρωτοπόρους, μυθικά σύμβολα για την αναφορά και την σύγκριση στην συνέχεια της ζωής μας.

Όλες οι άλλες εξηγήσεις της αποτυχίας που διαβάζουμε σε προπαγανδισμένα και διθυραμβολογημένα βιβλία διανοουμένων- ειδικά αυτών των ανεκδιήγητων οικονομολόγων με τα ισοζύγια του χρήματος ή τα αποθεματικά, τον πληθωρισμό και τα λοιπά τέτοια αιτιάντα-του τι τάχα έφταιξε και απέτυχε η προσπάθεια, του τι τάχα συνέβη που εμείς δεν ξέρουμε και αυτοί ανακάλυψαν και χάλασε στην πορεία το όραμα, και τέτοια μοχθοφανή διηγήματα εμβριθούς διείσδυσης και ανάλυσης, είναι εκ του πονηρού ή εκ του ανοήτου των γραφιάδων αυτών.