Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2017

Περί πονηρών αλεπούδων




Τα επιχειρήματα χάνουν την αξία τους όταν αλλάζουν πρόσημο. Όταν πάνε από το δίκιο στο άδικο και ξευτιλίζονται. Τότε που γίνονται μαϊμούδια. Τότε που αχρηστεύονται ακαριαία. Τότε που τα αγοράζεις για μια δεκάρα στην αγορά και σε παρακαλάνε να τα πάρεις τσάμπα. Τότε που το άτομο προσπαθεί να κοροϊδέψει ολόκληρη την κοινωνία. Που το βλέπουν και το αντιλαμβάνονται όλοι, εκτός από τον τετραπέρατο ρήτορα, που γελάει όλη η αίθουσα μαζί του κι οι καναπέδες στα σπίτια.                                                                                                                                                                                          
Όταν πηδάνε, από την αλήθεια στο ψέμα, αθέατα όπως ελπίζουν. Αυτά τα δυο είναι τα πρόσημα κι άλλα δεν υπάρχουν. Τα ίδια και μοναδικά από τότε που άρχισε η πρώτη κοινωνία των ανθρώπων. Που ο καθένας διαλέγει ανάλογα με τα ατομικά του συμφέροντά και την ανύπαρκτη συνείδησή του. Συνείδηση δε σημαίνει για όποιον πολυάσχολο του διέφυγε, όπως την όριζε η φιλοσοφία από πάντα, η ολιστική, η καθολική θέαση του κόσμου και όχι το τομάρι του.                                                                           
Μια απλή κλασσική απάτη του σοφιστή. Αυτόν που πολλοί από εσάς ως αμελέτητοι θαυμάζετε κι από πάνω. Μα τόσο αδιάβαστοι, που έκπληκτος κανείς διαπιστώνει ότι πολλοί πανεπιστημιακοί, διανοούμενοι και νομπελίστες ακόμα θαυμάζουν τον σοφιστή. Το τσακάλι, τον πονηρό, τον πανέξυπνο δηλαδή, τον εξειδικευμένο σήμερα που έμαθε ένα πρόγραμμα, για να μπορεί να δουλεύει όλους του άλλους. Αυτόν που οι αθηναίοι τον είχαν καταλάβει στο πρόσωπο του λαοπλάνου, τον εξαιρετικής δημοφιλίας, σας θυμίζει τίποτα; τον τύραννο ολιγάρχη δηλαδή,  και θέσπισαν νόμο, ως επικίνδυνο για την δημοκρατία τους την άνευ εκπροσώπων, να εξορίζεται από την πόλη τους. Ψήφιζαν και τον εξοστράκιζαν από την πόλη για δέκα χρόνια. Και είχε διορία, να μαζέψει τα μπογαλάκια του εντός τριών ημερών και να τσακιστεί να φύγει από την πόλη. Χωρίς άλλη κουβέντα, διαμεσολάβηση δηλαδή κατώτερων και ανώτερων δικαστηρίων. Γιατί τα δημοψηφίσματα ήταν πάνω από κάθε άλλη αρχή και τέτοια κουραφέξαλα. Που νομίζει ότι μπορεί να  επιχειρηματολογεί, εξ ίσου καλά και από τις δυο πλευρές. Σαν την ανόητη γριά που ντύνεται σαν κοπελίτσα, να κρύψει την φύση της από τα γερατειά της.                                                                                                

Αυτό το είπε για πρώτη φορά στην ανθρωπότητα ο πράγματι μεγάλος Πρωταγόρας ταυτόχρονα με τον ισότιμό του μεγάλο Γοργία. Γνωστό στο ένστικτο του ανθρώπου, αλλά όχι στον στοχασμό του. Να κατανοεί τι συμφορές συν ακολουθούνται. Τι μύρια κοινωνικά κακά έπονται. Αλλά ήταν μια καθαρή φιλοσοφική διαπίστωση και τίποτα άλλο σπουδαίο. Όπου έκπληκτοι διαπίστωσαν αυτή την δυνατότητα του ανθρώπου, ως αθώοι ακόμη. Που αυξανόταν στη συνέχεια, όσο αλλοτριωνόταν σαν είδος. Και επειδή αυτοί οι μεγάλοι διάλογοι του ανθρώπου δεν γίνονται στιγμιαία γιατί είναι διαχρονικοί και διερευνούν την ίδια την φύση του όντος μας και της ίδιας της ελλογικότητας μας, τόσο όπως εμφανίστηκε με την φιλοσοφική σκέψη αποκλειστικά στο ξεκίνημά της στην αρχαιοελληνική γραμματολογία, όσο και με την εξέλιξή της στον χρόνο μέσα στην επιβίωση των αντιθέτων, αλλά  γίνονται μέσα στις χιλιετίες και ούτε καν στους αιώνες, όπου συζητούσαν και απαντούσαν οι νεκροί με τους ζωντανούς στοχαστές, όπως εδώ τώρα. Στον Πρωταγόρα λοιπόν και στον Γοργία απάντησε εκατό χρόνια μετά ο Επίκουρος, λέγοντάς τους: φυσικά Πρωταγόρα έτσι είναι, μόνο που εγώ μπορώ να επιχειρηματολογώ μόνο από την μια πλευρά. Και θα πρόσθετα, δεν βλέπεις ότι είμαι προβληματικός; Ότι έχω κουσούρια ανυπέρβλητα στο μυαλό μου; Πως δεν μπορώ να γίνω σαΐνι σαν κι εσάς;                                                                                                                                        
Ό κόσμος το λέει όλο αυτό σαρκαστικά με την φράση: κοίτα ποιος μιλάει! Γιατί στην ουσία του πράγματος, αποδέχεται την άποψη του δικαίου, του αντιπάλου δηλαδή προς στιγμήν, για το τυφλό του συμφέρον και το τυφλό του άδικο. Ενώ είχε υπερθεματίσει λυσσαλέα την προηγούμενη κιόλας μέρα, εναντίον αυτού που υπερασπίζεται τώρα, για ένα πιάτο φακή, για το εφήμερο του καινούργιου δρώμενου λόγου. Και τότε γεννιέται η κωμωδία ιστορικά και βάζουμε όλοι τα γέλια. Ένα αδάμαστο και αδίστακτο γλιστερό χέλι. Όχι, θα αφήσουμε τους διαφωτιστές και την κατάντια τους, με τα συμπληρώματά τους, να μας πουλάνε μυαλό και να μας κάνουν μαθήματα νηπιαγωγείου.


Δεν υπάρχουν σχόλια: