Τετάρτη 1 Απριλίου 2009

Καταλήψεις-καταστροφές-κουκούλες

Το δημιούργημα του αλλοτριωμένου είναι πιο αλλοτριωμένο από αυτόν.
Το καταλαβαίνει κανείς από τα παιδιά μας.


Στο πολυτεχνείο και στα άλλα πανεπιστημιακά ιδρύματα έχει επικρατήσει η ίδια ακριβώς αλλοτριωμένη λογική της κατάληψης της Ακρόπολης. Και από τα αμφιθέατρα μεταδόθηκε σαν επιδημία στους μαθητές της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης εδώ και δυό δεκαετίες, οι οποίοι με την σειρά τους εισέρχονται στην εφηβεία τους που την εγκαινιάζουν με καταλήψεις, και με τις απαραίτητες καταστροφές. Οι καταλήψεις για να εξομολογούμε τα φαινόμενα και να ξετρυπώνουμε τα νοήματά τους, αντικατέστησαν αν θυμάστε την Ακομινάτου και τη Τρούμπα. Έτσι αντρεύουν πλέον τα παιδιά μας.
·
Γιατί όπως καταλαβαίνετε οι νεότεροι και ξέρετε οι παλαιότεροι, το πολυτεχνείο μόνο μια φορά εκείνη την πρώτη ήταν επικίνδυνο και μύριζε θάνατο. Τότε που ήταν αυθεντικό. Όλες οι υπόλοιπες καταλήψεις ήταν φάρσες, ένα ασφαλές παιχνίδι επανάστασης, μια εξάσκηση, κάτι σαν κινηματογράφος, όπου τα παιδιά μας μιμούνται ανώδυνα εκείνη την πραγματική μάχη, όπως ακριβώς γιορτάζουμε την αναπαράσταση της μάχης των Δερβενακίων όπου ο Κολοκοτρώνης κατατρόπωσε τον Δράμαλη.
·
Μόνιμες, αδιέξοδες και ατελέσφορες καταλήψεις, αφού υπονομεύονται και εξουδετερώνονται τα αιτήματα τους από την ίδια την αντιφατική ψήφο των φοιτητών και των γονιών τους. Παντού στην κοινωνική και την πολιτική ζωή μας αυτό το ίδιο πρόβλημα. Η αύξηση των κονδυλίων για την δωρεάν και δημόσια παιδεία, χρειάζεται και αυτή μια υποστηρικτική ψήφο στην πράξη διάολε. Αλλιώς λαέ τσάμπα κάνουμε τις καταλήψεις και χάνουμε μαθήματα ή μεροκάματα. Καταλήψεις ενάντια σε αυτούς που ψηφίζουμε. Ή πιο σωστά κάνουμε καταλήψεις γιατί ψηφίζουμε λάθος.
·
Αυτό που διαστρέβλωσαν σιγά-σιγά οι φοιτητικές ομάδες, μέσα στο άρρωστο κλίμα της μεταπολίτευσης στα 35 χρόνια που πέρασαν από τότε, παραδειγματιζόμενες από την πρακτική και την συμπεριφορά των συντεχνιών των γονιών τους, αυτή ακριβώς που έπρεπε να αποφύγουν, είναι ότι το πολυτεχνείο εν ονόματι του οποίου νομιμοποιούν τώρα κάθε πράξη τους, ήταν καθολικό αίτημα. Μια παλλαϊκή θέληση και οργή. Αυτή ήταν η λεπτομέρεια που νομιμοποίησε εκείνη την κατάληψη. Αυτό τους διέφυγε. Είχε προηγηθεί ένα εκκωφαντικό δημοψήφισμα του ελληνικού λαού, μια πάνδημη κατακραυγή για τα βασανιστήρια, τις φυλακίσεις, τις εξορίες, και το ΕΑΤ- ΕΣΑ ενάντια στη χούντα. Ένα διεθνές μάλιστα δημοψήφισμα.
Ενώ εδώ έχουμε μόνο μερικά αιτήματα μικροκοινοτήτων για καταλήψεις, που πάμπολλες φορές δεν εκπροσωπούνται καν από την πλειοψηφία τους που συνήθως διαφωνεί, όταν δεν την ρωτούν καθόλου.
Ή πάλι κοινά μεν αιτήματα, που όμως με καθαρά αυταρχικές και με αντιδημοκρατικές μεθοδεύσεις, τα διαχειρίζονται βίαια και καταστροφικά πάντα άρρωστες κοινωνικές ομάδες και απελπισμένες παθολογικές προσωπικότητες. Η βία για την βία των μπάχαλων και των χουλιγκάνων των πανεπιστημίων και των γηπέδων, όπως οι ίδιοι παραδέχονται και επαίρονται γιαυτό.
·
Καίνε σπάνε και δεν αλλάζει τίποτα! Αυτό είναι που πρέπει να σφηνωθεί για καλά στο μυαλό τους. Τίποτα ποτέ δεν άλλαξε με αυτόν τον τρόπο. Πουθενά παγκόσμια.
Η Αθήνα βρίσκεται σε μια διαρκή κατάσταση παροξυσμού και απόγνωσης από μια βία προσωπικής εκτόνωσης και καταστροφής, χωρίς στόχους και ιδανικά, της πιο αναποτελεσματικής μορφής που γνωρίζουμε. Θυμίζει τρόφιμους ψυχιατρείου σε γενική κρίση ομαδικού αμόκ που ο νοσοκόμος ξέχασε να τους δώσει τα φάρμακά τους. Συκοφάντες ιδεών και πλιατσικολόγοι κοινωνικών ευκαιριών, δεν εδραιώνουν κανένα στοιχειώδες επιχείρημα αιτιολόγησης ή σκοπού. Μια παλικαροσύνη μαϊμού που γεννά η ασφάλεια της κουκούλας. Γιατί η βία έχει τις αυστηρότερες προϋποθέσεις για να γίνει αποδεκτή. Να είναι αντιβία και με λελογισμένη αντίδραση, άμυνα και έσχατη προστασία, να έχει συλλογικότητα και πλειοψηφικότητα προ πάντων, και τέλος να έχει στόχο και σκοπό όπως μας λέει ο Θουκυδίδης. Χωρίς την συναίνεση της κοινωνίας, καμιά βία δεν είναι αποδεκτή. Αυτό είναι προυποθετικός κανόνας.
·
Όσο για την κουκούλα, δεν την φοράμε ούτε όταν έχουμε ραντεβού ούτε όταν πάμε στα μπαράκια. Την φοράμε όταν θέλουμε να κάνουμε ζημιές νομίζω.
Και δεν την φοράτε στο πρόσωπό σας αλλά στο μυαλό σας. Αυτό κρύβετε. Κρύβουν το προσωπό τους για να μην τους αναγνωρίσει κανείς και συζητήσει μαζί τους. Αυτό φοβόνται, την συζήτηση. Μην τους θυμηθεί κανείς από μας και τους πιάσει κουβέντα. Δεν φοβούνται μην τους καταδώσουμε, μας ξέρουν καλά, φοβούνται μην συζητήσουμε μαζί τους. Και τότε τι γίνεται. Θα αντιληφθούμε την παντελή απουσία σκέψης και προβληματισμού. Την έλλειψη ευθύνης, αλληλεγγύης, συντροφικότητας απέναντι στο καταταλαιπωρημένο σημερινό άνθρωπο και τα βάσανά του. Δεν μιλάνε ποτέ με άλλους παρά μόνο μεταξύ τους για να επιβεβαιώνονται και να κρύβουν το μπάχαλο του κρανίου τους. Το ψυχιατρείο που κατοικεί εκεί μέσα.
·
Θέλετε να αλλάξετε την κοινωνία, αλλάχτε τη να χαρούμε όλοι. Θέλετε να σπάσετε τον δικομματισμό, μπράβο σας και καλή δύναμη. Η συνταγή είναι μόνο μία και πασίγνωστη. Αλλάχτε τους γονείς σας που εκτός των άλλων εκτρωματικών που ψηφίζουν, ψηφίζουν και την ιδιωτικοποίηση των πανεπιστημίων σας και την υποβάθμιση τους δαγκωτά και με τα δύο χέρια για δεκαετίες. Να η αντίφαση.

·
Γιατί δύο είναι οι δρόμοι, ή του Βελουχιώτη ή των εκλογών. Το ίδιο ισχύει και διεθνώς. Ή ένοπλο αγώνα ή ήπιες δημοκρατικές διαδικασίες. Και ό λαός μας ηττημένος και κουρασμένος επέλεξε τον δεύτερο.
Επομένως μάταια, ατελέσφορα και αντιδημοκρατικότατα προσπαθείτε να επαναστατικοποιήσετε τους γονείς σας και την κοινωνία. Όσο εσείς καίτε, καταστρέφετε και καταλαμβάνετε, τόσο οι μάζες των γονιών τρέπονται σε φυγή από την πρότασή σας και ρέπουν προς την βαθιά ρεμούλα.
Άρα μόνο ο άλλος δρόμος σας απέμεινε, της κοινωνικής πάλης και των κινημάτων, που δεν καίνε ότι βρουν μπροστά τους, από τα αυτοκίνητα των εργαζομένων έως τα δημόσια κτήρια. Μην το συζητάτε δεν υπάρχει δικαιολογία καμιά. Συμπαγές και σύσσωμο μεγάλο κίνημα, για να ανατρέψουμε τις νεοελληνικές νοοτροπίες μας. Γιατί αυτό σημαίνει συντριβή της ΝΔ και του πασόκ. Συντριβή της κλεπτομανούς λογικής τους και της λαμογιάρικης νοοτροπίας τους.
·
Η εποχή μας, ως η κατ εξοχή εποχή των άκρων, θεοποίησε την νεολαία από δυό διαφορετικές πλευρές. Από την μια ο καπιταλισμός με την απελευθέρωση των αγορών του αποθέωσε την νεολαία ως τον καλλίτερο καταναλωτή του που άπληστος από την νεανική όρεξη αγοράζει τα πάντα, από την άλλη η ισοπεδωμένη συνείδηση των γονιών τους που συντηρεί με τεχνική αναπνοή την καταστρεπτική μεταπολίτευση, έδωσε πλήρη ασυλία στα παιδιά της για ότι κάνουν και για ότι δεν κάνουν εξ ίσου, θεοποιώντας και αυτή λόγω ανημποριάς της την διαφυγή στο μέλλον, στις νέες γενιές δηλαδή. Λες και κάθε τι που γεννιέται, που είναι νέο ή που πρόκειται να έρθει είναι δικαιότερο και προοδευτικότερο από το παρελθόν ντεφάκτο. Η μέγιστη δυνατή ανοησία δηλαδή.
·
Τι καταλαμβάνεις ζόρικε, το σπίτι σου ή το σπίτι του άλλου; τι καις φίλε, το σπίτι του γείτονα ή το δικό σου. Ή μήπως το σπίτι όλων των φοιτητών. Ή μήπως συκοφαντείς έτσι όλους τους συμφοιτητές σου και το φοιτητικό κίνημα. Αλήθεια, γιατί ο κόσμος σας βλέπει με περίσκεψη πια. Και γιατί ένας άλλο κομμάτι του έχει ήδη χάσει την εμπιστοσύνη του σε σας και τις καταλήψεις σας. Δεν θα αναρωτηθείτε.
Μεγάλωσες τώρα είσαι φοιτητής, έχεις ήδη μειωμένη περίοδο χάριτος. Οι φοιτητές είναι ώριμοι πια, δεν είναι γυμνασιόπαιδες που θέλουν να κάνουν σκασιαρχείο κι αντί γιαυτό κάνουν κατάληψη και καταστρέφουν κι αυτοί ότι βρουν μπροστά τους, όπως τους δίδαξαν τα μεγαλύτερα αδέρφια τους.
·
Η ιδιοποίηση και εδώ ενός κοινού χώρου και ενός συλλογικού αγαθού που αξιωματικά και αυτονόητα ανήκει σε όλο το λαό και όχι μόνο στα παιδιά του ή στους καθηγητές τους, είναι η καταχωνιασμένη αλήθεια. Δεν έχετε δει ποτέ τους εαυτούς σας ως καταπατητές βέβαια. Αυτό που είστε. Τόσο του ασύλου ως τέτοιου όσο και του πανεπιστημιακού χώρου. Ευκαιρία είναι να το σκεφτείτε. Φτάσαμε το άσυλο να μην το καταπατούν οι μπάτσοι αλλά εσείς. Το άσυλο είναι και δικό μας και δεν αφήνουμε κανένα να το καταπατήσει. Ούτε τους μπάτσους ούτε εσάς. Εκτός από την αστυνομία όλοι έχουμε δικαίωμα σε αυτό, αρκεί να αφήνουμε χώρο και για τους άλλους και να μην βανδαλίζουμε εκεί μέσα.
Άλλοι καταπατάνε δάση, άλλοι πανεπιστημιακά κτήρια και άλλοι την Ακρόπολη όταν την χρειάζονται.
Η ΝΔ και το πασόκ, καταλαμβάνουν και καταπατούν την παιδεία βίαια προσφέροντάς την στους ιδιώτες. Η φοιτητές ιδιοποιούνται αυτό τον χώρο για να μην ιδιωτικοποιηθεί. Μια τρέλα.
·
Μια νέα εποχή πρέπει να αρχίσει. Μια εποχή που θα εγκαινιάζει το τέλος της προσωπικής εκτόνωσης. Το σταμάτημα των εγωιστικών καταστροφών. Την οριστική απαξία των ανόητων βανδαλισμών. Γιαυτό θα χρειαστεί να δουλέψουμε όλοι. Ας την καλωσορίσουμε.



*Επόμενη ανάρτηση 20 Απριλίου 2009

4 σχόλια:

Simple Man είπε...

Να δουλέψουμε όλοι Αγαπητέ Νεφέστορα. Ποιοι όλοι όλοι όμως, εδώ είναι το ερώτημα. Όσο για τα δίκια που έχεις στο άρθρο, βουνό σχηματίζουν.

Nefestoras είπε...

Οσοι αγωνιούμε γι αυτόν τα τον κόσμο φίλε.

Ανώνυμος είπε...

Κείμενο που με αντάμειψε για τον χρόνο που του αφιέρωσα...Αν και με ενόχλησε λίγο στο τέλος...Είμαι αστυνομικός και με εκνευρίζει ότι ακόμα και άνθρωποι που προφανώς είναι σκεπτόμενοι δεν μπορούν να δουν πιο ψύχραιμα αυτό το επάγγελμα. Δεν αχολήθηκες βέβαια με μας στο κείμενο παρά μόνο ακροθιγώς, αλλά ένιωσα μια απέχθεια να υποβόσκει. Τέλος πάντων, ως προς την ουσία του κειμένου μόνο μπράβο μπορώ να σου πω, κρίμα που τα λόγια σου είναι καταδικασμένα να πέσουν στο κενό, να εκτιμηθούν από λίγους και να μείνουν θεωρία...Κοντεύω τα τρίαντα και τείνω να πιστέψω ότι είναι παγκόσμιο φαινόμενο το διαζύγιο της μάζας από την λογική. Και η πιο σοφή κουβέντα που ειπώθηκε ποτέ η εξής:
η ηλιθιότητα είναι ανίκητη...

Nefestoras είπε...

Δεν σε προγκάω ούτε σε απορρίπτω σαν άνθρωπο ανώνυμε αστυνομικέ, πόσο μάλλον που είσαι νέος. Αλλά κριτικάρω το σώμα και την διαδρομή του ιστορικά.
Το ερώτημα για σένα είναι, τι δουλειά έχω εγώ, σε ένα τόσο άδικο και βάρβαρο κόσμο, να κάνω τον αστυνομικό. Να κυνηγώ τους ανθρώπους του μόχθου και τους πολίτες που αντιστέκονται και αγωνίζονται απέναντι σε μια διεφθαρμένη και δουλοπρεπή προς τους ξένους εξουσία. Και για να απαντηθεί βαθιά αυτό το ερώτημα χρειάζεται πολύ διάβασμα της ζωής, και προ πάντων συζήτηση μαζί της. Μακριά από την συντεχνία, τους συναδέλφους και τα ένοχα επιχειρήματά αλληλοεπιβεβαίωσης.